ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

Εγκύκλιος υπ’ αριθ. Ε.2077/2024 της ΑΑΔΕ
Φορολογική αντιμετώπιση συστατικών ή παραρτημάτων ακινήτων που μεταβιβάζονται
αιτία θανάτου ή με επαχθή ή χαριστική αιτία
Εγκύκλιος για τη φορολογική αντιμετώπιση και τον υπολογισμό της αξίας συστατικών ή παραρτημάτων ακινήτων που μεταβιβάζονται με επαχθή αιτία, κληρονομιά, δωρεά ή γονική παροχή.
Περιεχόμενο της εγκυκλίου είναι η παροχή διευκρινίσεων και οδηγιών σχετικά με την φορολόγηση κατασκευών επί ακινήτων, που μεταβιβάζονται αιτία θανάτου ή με επαχθή ή χαριστική αιτία.
Η εγκύκλιος αφορά το σύνολο των φυσικών και νομικών προσώπων, τα οποία αποκτούν αιτία θανάτου ή με επαχθή ή χαριστική αιτία ακίνητα με συστατικά και παραρτήματα επ’ αυτών, τις υπηρεσίες της Φορολογικής Διοίκησης (Δ.Ο.Υ./ΚΕ.ΦΟ.Κ.) και τους συμβολαιογράφους.
Δείτε και την Εγκύκλιο 38 της ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ
- Εμφανίσεις: 0

Το ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ του ΣΥΜΒΟΛΑΙΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΕΦΕΤΕΙΩΝ ΑΘΗΝΩΝ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΑΙΓΑΙΟΥ ΚΑΙ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟΥ για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 16 του Ν.5142/2024.
Σκοπός του παρόντος εγχειριδίου είναι να αποτελέσει βοήθημα στους συμβολαιογράφους, στους οποίους κατά κύριο λόγο απευθύνεται, αλλά και οδηγό προς τα Κτηματολογικά Γραφεία για τον τρόπο επεξεργασίας των σχετικών πράξεων, στο πλαίσιο της αγαστής συνεργασίας της ΣΕΣΣΕ με τον Φορέα Ελληνικό Κτηματολόγιο υπό την αμέριστη συμπαράσταση και παρακίνηση του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης για την δημιουργία και τήρηση ενός ενιαίου και σαφούς πλαισίου νομικών ελέγχων των προς καταχώρηση εγγραπτέων πράξεων.
- Εμφανίσεις: 0

Εγκύκλιος υπ’ αριθ. Ε.2075/2024 της ΑΑΔΕ: Παροχή οδηγιών σχετικά με την εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 5073/2023 (Α’ 204) περί του τρόπου καταβολής του τιμήματος κατά τη σύνταξη συμβολαίων μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία, προσυμφώνων και εξοφλητικών πράξεων
Εγκύκλιος που αφορά στην παροχή οδηγιών για την εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 3 του ν. 5073/2023 «Μέτρα για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής και άλλες επείγουσες διατάξεις» (Α΄204).
Περιεχόμενο της εγκυκλίου είναι η παροχή οδηγιών αναφορικά με τον τρόπο καταβολής του τιμήματος κατά τη σύνταξη συμβολαίων μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία, προσυμφώνων και εξοφλητικών πράξεων.
Η εγκύκλιος αφορά φορολογουμένους (φυσικά πρόσωπα, νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες), συμβολαιογράφους, Υποθηκοφύλακες/Προϊσταμένους Κτηματολογικών Γραφείων και υπηρεσίες της Φορολογικής Αρχής.
- Εμφανίσεις: 0

O Χρηστικός Οδηγός Βραχυχρόνιας Μίσθωσης Ακινήτων από την ΑΑΔΕ
- Εμφανίσεις: 0

Από την 1η Δεκεμβρίου καταργείται το χαρτόσημο. Πλέον θα επιβάλλεται "Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής" θα επιβάλλεται σε μισθώματα ακινήτων, τιμολόγια είσπραξης αποζημιώσεων νόμιμων τόκων και τόκων υπερημερίας, καθώς και σε συναλλαγές ή συμβάσεις μεταξύ φυσικών προσώπων που δεν ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα.
Μεταξύ άλλων, ο Ν. 5135/2024 προβλέπει τα ακόλουθα για το Ψηφιακό τέλος συναλλαγής:
Άρθρο 2 - Αντικείμενο
Με τις διατάξεις του παρόντος νόμου:
α) καθιερώνεται το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής, ως ενιαίος φόρος επί των συναλλαγών εκείνων που απαριθμούνται περιοριστικά στο παρόν, ο οποίος δηλώνεται και αποδίδεται ψηφιακά,
β) προσδιορίζονται οι συμβάσεις και συναλλαγές, επί των οποίων επιβάλλεται το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής, οι συντελεστές αυτού ανά κατηγορία υποκείμενων συναλλαγών, το πρόσωπο που είναι υποκείμενο του φόρου, o υπόχρεος για την απόδοσή του και το πρόσωπο που βαρύνεται οικονομικά με τον φόρο, οι απαλλαγές και οι εξαιρέσεις από τον φόρο, ο χρόνος γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης, καθώς και η διαδικασία δήλωσης και απόδοσης του φόρου,
γ) καταργείται το από 28.7.1931 π.δ. «Περί κώδικος των νόμων περί τελών χαρτοσήμου» (Α' 239), καθώς και όλες οι ειδικότερες διατάξεις που προβλέπουν την επιβολή τέλους χαρτοσήμου σε διάφορες συναλλαγές, και καταργείται στο εξής το τέλος χαρτοσήμου, και
δ) εισάγονται τροποποιήσεις του Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (ν. 2859/2000, Α' 248), του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ν. 4223/2013, Α' 287), του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013, Α' 167) και του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 5104/2024, Α' 58) και ρυθμίζονται λοιπά θέματα διαδικαστικού ή διοικητικού χαρακτήρα.
Άρθρο 3 - Αντικείμενο του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής
1. Επιβάλλεται φόρος με την ονομασία «Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής»:
α) στις συναλλαγές των άρθρων 7 έως 21, όταν τουλάχιστον ένα από τα συναλλασσόμενα μέρη αα) έχει φορολογική κατοικία στην Ελλάδα ή αβ) έχει μόνιμη εγκατάσταση, κατά την έννοια του άρθρου 6 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Κ.Φ.Ε., ν. 4172/2013, Α' 167) στην Ελλάδα, αν η συναλλαγή συνδέεται με τη δραστηριότητα της μόνιμης εγκατάστασης στην Ελλάδα, β) στις συναλλαγές των άρθρων 22 έως 29, και γ) στις περιπτώσεις του άρθρου 30.
2. Το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής επιβάλλεται στις περιπτώσεις της παρ. 1 ανεξαρτήτως του τόπου όπου πραγματοποιήθηκε η συναλλαγή ή του τόπου κατάρτισης ή εκτέλεσης της σύμβασης.
Το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής των άρθρων 7 έως 29 υπολογίζεται ως ποσοστό επί του οικονομικού αντικειμένου της συναλλαγής (αναλογικό τέλος). Το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής στις περιπτώσεις του άρθρου 30 ορίζεται ως σταθερό ποσό για την αντίστοιχη διοικητική πράξη (πάγιο τέλος).
3. Δεν επιβάλλεται το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής σε συμβάσεις και συναλλαγές που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής:
α) του Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (ν. 2859/2000, Α' 248),
β) του Κώδικα Διατάξεων Φορολογίας Κληρονομιών, Δωρεών, Γονικών Παροχών και Κερδών από Τυχερά Παίγνια (ν. 2961/2001, Α' 261), γ) του α.ν. 1521/1950 (Α' 245), περί φορολογίας μεταβίβασης ακινήτων,
δ) του Μέρους Δεύτερου, περί επιβολής ειδικού φόρου τραπεζικών εργασιών, και του Μέρους Τρίτου, περί επιβολής φόρου στη συγκέντρωση κεφαλαίου, του ν. 1676/1986 (Α' 204), και
ε) του άρθρου 27 του ν. 2873/2000 (Α' 285), περί τέλους μεταβίβασης αυτοκινήτου οχήματος.
Άρθρο 4 - Υποκείμενος και υπόχρεος δήλωσης και απόδοσης του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής
1. Αν δεν ορίζεται διαφορετικά στο παρόν, υποκείμενος στο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής είναι:
α) επί συναλλαγών των άρθρων 7 έως 21 ο λήπτης της χρηματικής παροχής ή ο ωφελούμενος από αυτές ή, σε περίπτωση που ένας εκ των συμβαλλομένων είναι το Δημόσιο ή φορέας γενικής κυβέρνησης, ο έτερος συμβαλλόμενος,
β) επί συναλλαγών των άρθρων 22 έως 29 ο συναλλασσόμενος με το Δημόσιο ή τον φορέα γενικής κυβέρνησης, και
γ) επί των πράξεων του άρθρου 30 ο αιτούμενος τη διοικητική άδεια ή την έκδοση άλλου διοικητικού εγγράφου.
2. Δεν είναι υποκείμενα του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής:
α) το Δημόσιο και οι φορείς γενικής κυβέρνησης της περ. β) της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α' 143), συμπεριλαμβανομένων των Δημοτικών Επιχειρήσεων Ύδρευσης και Αποχέτευσης,
β) οι Ιερές Μονές του Αγίου Όρους και
γ) το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων.
3. Δεν επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής σε συναλλαγές της παρ. 1 του άρθρου 3, όταν όλοι οι συναλλασσόμενοι είναι φορείς της παρ. 2.
4. Υπόχρεος για τη δήλωση και την απόδοση του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής είναι:
α) Ο υποκείμενος στο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής σύμφωνα με την παρ. 1, εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα.
β) Ανεξαρτήτως της νομικής μορφής των συναλλασσόμενων, αν ένας από αυτούς είναι φορολογικός κάτοικος αλλοδαπής χωρίς μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα, υπόχρεος για την απόδοση του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής είναι ο έτερος συναλλασσόμενος.
γ) Αν ένας από τους συναλλασσόμενους είναι νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα και ο έτερος είναι φυσικό πρόσωπο, υπόχρεος για την απόδοση του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής είναι το νομικό πρόσωπο ή η νομική οντότητα.
5. Οι συναλλασσόμενοι συμφωνούν τη μεταξύ τους κατανομή της δαπάνης που αντιστοιχεί στο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής, ανεξαρτήτως του υποκείμενου στο τέλος ή του υπόχρεου για τη δήλωση και απόδοσή του. Η συμφωνία του πρώτου εδαφίου δεν επηρεάζει την αξία της συναλλαγής, βάσει της οποίας υπολογίζεται το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής. Δεν επιτρέπεται να επιβαρύνεται με τη δαπάνη συναλλασσόμενος της παρ. 2.
Άρθρο 5 - Δήλωση, απόδοση και επιστροφή του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής
1. Εκτός αν ορίζεται διαφορετικά, οι υπόχρεοι για τη δήλωση και απόδοση του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής για συναλλαγές των άρθρων 7 έως 21 υποβάλλουν δήλωση που καλύπτει χρονική περίοδο από την πρώτη έως την τελευταία ημέρα του μήνα, εντός του οποίου διενήργησαν έστω και μία συναλλαγή, επί της οποίας επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής. Η δήλωση υποβάλλεται μέχρι την τελευταία ημέρα του επόμενου μήνα από τον μήνα που αφορά και περιλαμβάνει τις συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν κατά τον μήνα αυτόν και την οικονομική αξία τους. Το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής αποδίδεται εντός της ίδιας προθεσμίας.
2. Επί μισθώσεων ακινήτων, το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής δηλώνεται και αποδίδεται ετησίως μαζί με τον φόρο εισοδήματος που προκύπτει από τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος, όπως ορίζεται στον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Κ.Φ.Ε., ν. 4172/2013, Α' 167). Εάν δεν προκύπτει φόρος εισοδήματος προς καταβολή, το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής δηλώνεται και αποδίδεται μέχρι την καταληκτική προθεσμία υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος για το αντίστοιχο φορολογικό έτος.
3. Το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής επί των συναλλαγών των άρθρων 7 έως 21, εφόσον προκύπτει για αυτές υποχρέωση παρακράτησης και απόδοσης φόρου, σύμφωνα με τα άρθρα 59 και 61 του Κ.Φ.Ε., αποδίδεται ταυτοχρόνως και με την ίδια διαδικασία με τη δήλωση και απόδοση του παρακρατούμενου φόρου.
4. Το πάγιο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής αποδίδεται ψηφιακά πριν από την έκδοση των διοικητικών πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 30, επί των οποίων επιβάλλεται.
5. Το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής που καταβάλλεται πριν από την έκδοση διοικητικής πράξης ή τη διενέργεια της συναλλαγής επιστρέφεται, αν δεν ακολούθησε η έκδοση της διοικητικής πράξης ή δεν καταρτίσθηκε η σύμβαση για την οποία καταβλήθηκε, καθώς και στην περίπτωση που η συναλλαγή δεν πραγματοποιήθηκε για λόγους απρόβλεπτης μεταβολής των συνθηκών. Η αξίωση επιστροφής του πρώτου εδαφίου παραγράφεται σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 42 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 5104/2024, Α' 58). Δεν γεννάται δικαίωμα επιστροφής, αν η διοικητική πράξη ή η συναλλαγή για την οποία καταβλήθηκε το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής ακυρωθεί ή διαπιστωθεί η ακυρότητά της ή κηρυχθεί άκυρη με δικαστική απόφαση ή αν ακυρωθεί με τη βούληση των συμβαλλομένων μετά την έκδοση ή κατάρτισή της.
6. Στις περιπτώσεις που επιστρέφονται από το Δημόσιο ή τους φορείς γενικής κυβέρνησης, ως αχρεωστήτως καταβληθέντα, ποσά για τα οποία εισπράχθηκε Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής, συνεπιστρέφεται, επίσης ως αχρεωστήτως καταβληθέν, με την ίδια διαδικασία επιστροφής και το συγκαταβληθέν ποσό που αντιστοιχεί, αναλόγως, στο οικείο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής.
Άρθρο 6 - Γενικές αρχές
1. Το αναλογικό Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής επιβάλλεται στις συναλλαγές που αναφέρονται στα άρθρα 7 έως 21, ανεξαρτήτως του τύπου στον οποίο υποβάλλονται ή του τρόπου με τον οποίο καταρτίζονται οι σχετικές συμβάσεις. Το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής επιβάλλεται και στις συμβάσεις που καταρτίζονται υπό όρο, αίρεση ή προθεσμία.
2. Αν με το ίδιο έγγραφο καταρτίζονται περισσότερες από μία συμβάσεις, οφείλεται για κάθε μία από αυτές το προβλεπόμενο από τον παρόντα Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής.
3. Στα παρεπόμενα σύμφωνα που συντάσσονται προς διασφάλιση της κύριας σύμβασης, καθώς και στις ποινικές ρήτρες, επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής που αντιστοιχεί στο οικονομικό αντικείμενο της κύριας σύμβασης, εκτός αν η κύρια σύμβαση απαλλάσσεται από το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής ή είναι εκτός του πεδίου εφαρμογής του βάσει της παρ. 3 του άρθρου 3 ή έχει καταβληθεί το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής που αντιστοιχεί σε αυτήν. Γ ια τον υπολογισμό του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής σε παρεπόμενα σύμφωνα εφαρμόζεται ο συντελεστής της κύριας σύμβασης, πλην της περίπτωσης εφαρμογής της παρ. 2 του άρθρου 28 και αφαιρείται από το καταβλητέο ποσό, κάθε ποσό που έχει καταβληθεί ως Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής για την κύρια σύμβαση. Ειδικά στην πράξη εγγραφής υποθήκης ή τροπής προσημείωσης σε υποθήκη ακινήτου βάσει νόμου ή δικαστικής απόφασης, το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής οφείλεται σε κάθε περίπτωση.
4. Σε σύμβαση που τροποποιεί προγενέστερη σύμβαση, επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής μόνο επί του ποσού κατά το οποίο αυξάνεται η οικονομική αξία της.
Άρθρο 7 - Μίσθωση ακινήτων
1. Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής με συντελεστή τρία κόμμα εξήντα τοις εκατό (3,60%) επιβάλλεται σε σύμβαση μίσθωσης ακινήτου, για άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας εφόσον δεν έχει επιλεγεί η υπαγωγή της σε καθεστώς Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.), σύμφωνα με την υποπερ. ii της περ. δ) της παρ. 2 του άρθρου 8 του Κώδικα Φ.Π.Α. (ν. 2859/2000, Α' 248). Το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής υπολογίζεται επί του συμφωνηθέντος μισθώματος.
2. Δεν επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής σε μισθώσεις κατοικίας.
3. Υπόχρεος για τη δήλωση και την απόδοση του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής είναι ο εκμισθωτής. Η υποβολή της δήλωσης και η απόδοση γίνονται με τη διαδικασία της παρ. 2 του άρθρου 5. Αν ο εκμισθωτής δεν έχει υποχρέωση υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, σύμφωνα με τα άρθρα 67 και 68 του Κώδικα Φορολογίας
Εισοδήματος (Κ.Φ.Ε., ν. 4172/2013, Α' 167), ή εκμισθωτής είναι οι Ιερές Μονές του Αγίου Όρους, υπόχρεος για τη δήλωση και την απόδοση καθίσταται ο μισθωτής.
Άρθρο 8 - Δάνεια
1. Επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής:
α) σε δάνεια, έντοκα και άτοκα,
β) σε πιστώσεις κάθε είδους, εξομοιούμενες με δάνεια και πιστωτικές κάρτες, και
γ) σε πράξεις μετατροπής του συνόλου ανεξόφλητης οφειλής που απορρέει από δανειακή σύμβαση (κεφάλαιο και τόκοι) σε νέο δάνειο, εφόσον το αρχικό δάνειο δεν είχε υπαχθεί σε Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής ή είχε νόμιμα απαλλαγεί από αυτό.
2. Δεν επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής σε δάνεια της παρ. 1:
α) όταν δανειστής ή οφειλέτης είναι χρηματοπιστωτικό ίδρυμα ή ίδρυμα πληρωμών του ν. 4537/2018 (Α' 84) ή ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος του ν. 4021/2011 (Α' 218) ή διαχειριστής πιστώσεων του ν. 5072/2023 (Α' 198) που αδειοδοτείται ή εποπτεύεται από την Τράπεζα της Ελλάδος,
β) όταν πρόκειται για ομολογιακό δάνειο του ν. 4548/2018 (Α' 104),
γ) όταν δανειστής είναι αλλοδαπή τράπεζα κατά την έννοια του άρθρου 36 του ν. 3220/2004 (Α' 15),
δ) όταν ο λήπτης του δανείου είναι νομικό πρόσωπο και το κεφάλαιο ή οι τμηματικές απολήψεις που συνιστούν τη χρηματική παροχή του δανείου είναι καταβλητέα σε μόνιμη εγκατάστασή του στην αλλοδαπή, και η συναλλαγή συνδέεται με τη δραστηριότητα της μόνιμης αυτής εγκατάστασης,
ε) όταν ο λήπτης του δανείου ή ο δικαιούχος της ενίσχυσης είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο, του οποίου το δάνειο ή η ενίσχυση έχει χορηγηθεί στο πλαίσιο προγραμμάτων ή δράσεων βάσει του άρθρου 4 του καταστατικού της Εταιρείας «Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα Ανώνυμη Εταιρεία», το οποίο κυρώθηκε με το δεύτερο άρθρο του ν. 3912/2011 (Α' 17).
3. Για τον υπολογισμό του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής επί των δανείων εφαρμόζεται:
α) συντελεστής δύο κόμμα σαράντα τοις εκατό (2,40%), εφόσον όλοι οι συναλλασσόμενοι είναι φυσικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα και το δάνειο χορηγείται αποκλειστικά για σκοπούς που σχετίζονται με την επιχειρηματική τους δραστηριότητα ή τουλάχιστον ένας από τους συναλλασσόμενους είναι κεφαλαιουχική ή προσωπική εταιρεία που συστάθηκε στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή, και
β) συντελεστής τρία κόμμα εξήντα τοις εκατό (3,60%) σε όλες τις άλλες περιπτώσεις.
4. Το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής υπολογίζεται βάσει του ποσού του κεφαλαίου του δανείου που αναλαμβάνεται, ακόμα και αν αυτό υπερβαίνει τη συμβατικά συμφωνηθείσα χρηματική παροχή. Ειδικά στην περίπτωση μετατροπής ανεξόφλητης οφειλής που απορρέει από δανειακή σύμβαση σε νέο δάνειο της περ. γ) της παρ. 1, το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής επιβάλλεται επί του συνολικού ποσού της οφειλής που μετατρέπεται σε νέο δάνειο. Το επιβαλλόμενο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής ανά δάνειο δεν υπερβαίνει το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων (150.000) ευρώ.
5. Δεν επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής επί των τόκων που απορρέουν από τα δάνεια που εμπίπτουν στο παρόν άρθρο.
6. Υποκείμενος στο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής και υπόχρεος για την απόδοσή του είναι ο οφειλέτης του δανείου.
Άρθρο 9 - Τρεχούμενος δοσοληπτικός λογαριασμός
1. Επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής στον δανειακό τρεχούμενο ή αλληλόχρεο δοσοληπτικό λογαριασμό που δεν τηρείται σε πιστωτικό ίδρυμα ή σε αλλοδαπή τράπεζα κατά την έννοια του άρθρου 36 του ν. 3220/2004 (Α' 15).
2. Ως τρεχούμενος δοσοληπτικός λογαριασμός νοείται η σύμβαση μεταξύ δύο (2) συμβαλλόμενων προσώπων, εκ των οποίων το ένα (1) ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα, με την οποία προβλέπεται ότι στη μεταξύ τους σειρά συναλλαγών, οι αμοιβαίες πιστώσεις και οφειλές θα κατατίθενται σε έναν ενιαίο λογαριασμό.
3. Στους τρεχούμενους δοσοληπτικούς λογαριασμούς της παρ. 1, το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής υπολογίζεται για κάθε φορολογικό έτος επί του μεγαλύτερου ύψους του χρεωστικού ή πιστωτικού υπολοίπου κατά περίπτωση. Για τον υπολογισμό του υψηλότερου υπολοίπου του προηγούμενου εδαφίου λαμβάνονται υπόψη οι συναλλαγές του φορολογικού έτους εντός του οποίου διενεργήθηκαν, αφού αφαιρεθεί το χρεωστικό ή πιστωτικό υπόλοιπο που μεταφέρεται στον λογαριασμό από προηγούμενο φορολογικό έτος. Το επιβαλλόμενο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής ανά φορολογικό έτος δεν υπερβαίνει το όριο που προβλέπεται στην παρ. 4 του άρθρου 8. Κατά τον υπολογισμό του δεν λαμβάνονται υπόψη τόκοι που απορρέουν από τον τρεχούμενο δοσοληπτικό λογαριασμό.
4. Για τον υπολογισμό του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής επί του δανειακού τρεχούμενου δοσοληπτικού λογαριασμού εφαρμόζεται συντελεστής δύο κόμμα σαράντα τοις εκατό (2,40%), εφόσον όλοι οι συμβαλλόμενοι είναι φυσικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα και ο δοσοληπτικός λογαριασμός λειτουργεί αποκλειστικά για σκοπούς που σχετίζονται με την επιχειρηματική τους δραστηριότητα ή τουλάχιστον ένας από τους συμβαλλόμενους ή συναλλασσόμενους είναι κεφαλαιουχική ή προσωπική εταιρεία που συστάθηκε στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή. Ο ίδιος συντελεστής εφαρμόζεται και στις περιπτώσεις συναλλαγών σε τρεχούμενους δοσοληπτικούς λογαριασμούς μεταξύ κεφαλαιουχικής ή μη εταιρείας και των μετόχων ή εταίρων αυτής, κατά περίπτωση. Σε κάθε άλλη περίπτωση εφαρμόζεται συντελεστής τρία κόμμα εξήντα τοις εκατό (3,60%).
5. Το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής αποδίδεται με την υποβολή δήλωσης εντός του πρώτου μήνα από την κατάρτιση των οικονομικών καταστάσεων του φορολογικού έτους, κατά το οποίο προέκυψε το υπόλοιπο του δανειακού τρεχούμενου δοσοληπτικού λογαριασμού και όχι αργότερα των επτά (7) μηνών από τη λήξη του φορολογικού αυτού έτους.
6. Υποκείμενος στο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής και υπόχρεος για τη δήλωση και την απόδοσή του είναι ο συναλλασσόμενος, στα βιβλία του οποίου προκύπτει πιστωτικό υπόλοιπο κατά την έννοια της παρ. 3.
Άρθρο 10 - Καταθέσεις και αναλήψεις
1. Επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής επί των καταθέσεων και αναλήψεων, από και προς νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες, που διενεργούνται από εταίρους, μετόχους ή άλλα πρόσωπα, εφόσον δεν πρόκειται για απολήψεις έναντι κερδών, όταν οι καταθέσεις ή αναλήψεις δεν γίνονται στο πλαίσιο ιδιαίτερης σύμβασης. Για καταθέσεις ή αναλήψεις του πρώτου εδαφίου που διενεργούνται βάσει σύμβασης, εφαρμόζονται τα άρθρα 8 και 9, αναλόγως της σύμβασης.
2. Για τον υπολογισμό του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής επί των καταθέσεων και αναλήψεων εφαρμόζεται συντελεστής:
α) ένα κόμμα είκοσι τοις εκατό (1,20%), εφόσον πρόκειται για κεφαλαιουχικές ή προσωπικές εταιρείες που συστάθηκαν στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή, και
β) τρία κόμμα εξήντα τοις εκατό (3,60%), σε όλες τις άλλες περιπτώσεις.
3. Το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής υπολογίζεται με βάση την οικεία καταχώριση στα προβλεπόμενα αρχεία, που τηρεί το νομικό πρόσωπο ή η νομική οντότητα της παρ. 1, εφόσον τηρείται διπλογραφικό λογιστικό σύστημα ή με βάση άλλο ισοδύναμο έγγραφο σε κάθε άλλη περίπτωση.
4. Με το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής βαρύνεται και είναι υπόχρεο για την απόδοσή του το νομικό πρόσωπο ή η νομική οντότητα, τα χρηματικά διαθέσιμα των οποίων αποτελούν αντικείμενο καταθέσεων ή αναλήψεων.
5. Δεν επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής στις καταθέσεις χρημάτων σε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα ή ίδρυμα πληρωμών του ν. 4537/2018 (Α' 84) ή ίδρυμα ηλεκτρονικού χρήματος του ν. 4021/2011 (Α' 218) που είναι αδειοδοτημένα και εποπτευόμενα από την Τράπεζα της Ελλάδος και σε αλλοδαπές τράπεζες κατά την έννοια του άρθρου 36 του ν. 3220/2004 (Α' 15), καθώς και στην ανάληψη αυτών.
Άρθρο 11 - Πώληση κινητού πράγματος ή άυλου αγαθού
1. Επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής στην πώληση κινητού πράγματος, εφόσον η συναλλαγή δεν υπάγεται σε Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.).
2. Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής επιβάλλεται επίσης:
α) στη σύμβαση σύστασης, έναντι ανταλλάγματος, επικαρπίας κινητού πράγματος, καθώς και στη σύμβαση μεταβίβασης, έναντι ανταλλάγματος, της ενάσκησης του δικαιώματος επικαρπίας κινητού πράγματος, η οποία πραγματοποιείται είτε λόγω πώλησης, είτε λόγω δόσης αντί καταβολής, σύμφωνα με το άρθρο 419 του Αστικού Κώδικα (π.δ. 456/1984, Α' 164).
β) εφόσον ο μεταβιβάζων ή παραχωρών δεν είναι υποκείμενος στον Φ.Π.Α. σύμφωνα με το άρθρο 3 του Κώδικα Φ.Π.Α. (ν. 2859/2000, Α' 248) ή η συναλλαγή είναι εκτός πεδίου εφαρμογής του ανωτέρω κώδικα: βα) στη μεταβίβαση ή παραχώρηση άδειας χρήσης δικαιώματος επί πνευματικής ιδιοκτησίας σύμφωνα με το Κεφάλαιο Τρίτο του ν. 2121/1993 (Α' 25), ββ) στη μεταβίβαση ή παραχώρηση άδειας χρήσης εμπορικού σήματος ή διακριτικού γνωρίσματος ή τεχνογνωσίας ή ευρεσιτεχνίας, σύμφωνα με το Κεφάλαιο Γ' του ν. 4679/2020 (Α' 71).
3. Το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής της παρ. 1 δεν επιβάλλεται στις πωλήσεις:
α) των κάθε είδους μετοχών, των εταιρικών μεριδίων κάθε φύσεως εταιρειών και ενώσεων εν γένει, ιδρυτικών τίτλων, ομολογιών, τοκομεριδίων και λοιπών χρεογράφων, καθώς και τραπεζογραμματίων και κάθε άλλου είδους χρημάτων που αποτελούν νόμιμο μέσο πληρωμής στον τόπο της έκδοσής τους, καθώς και των εν γένει ονομαστικών, ανώνυμων ή σε διαταγή, αξιογράφων, β) των πλοίων, κατά τον ορισμό του άρθρου 1 του Κώδικα Ιδιωτικού Ναυτικού Δικαίου (ν. 5020/2023, Α' 29) υπό ελληνική σημαία, εφόσον η μεταβίβαση αυτών υπόκειται σε φόρο μεταβίβασης, σύμφωνα με τον α.ν. 1521/1950 (Α' 245),
γ) των αυτοκινήτων οχημάτων και μοτοσυκλετών, κάθε κατηγορίας και χρήσης (επιβατηγών, φορτηγών και λεωφορείων Ι.Χ.), εφόσον εφαρμόζεται η περ. α) ή η περ. ε) της παρ. 3 του άρθρου 3.
4. Για τον υπολογισμό του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής εφαρμόζεται συντελεστής δύο κόμμα σαράντα τοις εκατό (2,40%), εφόσον πρόκειται για:
α) πώληση πλωτών μέσων από φυσικό πρόσωπο που δεν διενεργεί την πώληση αυτή στο πλαίσιο επιχειρηματικής δραστηριότητας σε οποιονδήποτε, εφόσον δεν εμπίπτει στον φόρο μεταβίβασης, β) πώληση πλοίου από φυσικό πρόσωπο που δεν διενεργεί την πώληση αυτή στο πλαίσιο επιχειρηματικής δραστηριότητας σε οποιονδήποτε, η οποία δεν υπόκειται σε φόρο μεταβίβασης.
5. Για τον υπολογισμό του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής επί πώλησης κινητών πραγμάτων και άυλων αγαθών της περ. β) της παρ. 2, πέραν αυτών της παρ. 4, εφαρμόζεται:
α) συντελεστής δύο κόμμα σαράντα τοις εκατό (2,40%), εφόσον όλοι οι συμβαλλόμενοι είναι φυσικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα και η μεταβίβαση γίνεται αποκλειστικά για σκοπούς που σχετίζονται με την επιχειρηματική τους δραστηριότητα ή τουλάχιστον ένας από τους συναλλασσόμενους είναι νομικό πρόσωπο της περ. α) ή της περ. β) του άρθρου 45 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Κ.Φ.Ε., ν. 4172/2013, Α' 167),
β) συντελεστής τρία κόμμα εξήντα τοις εκατό (3,60%) σε όλες τις άλλες περιπτώσεις.
6. Υποκείμενος στο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής και υπόχρεος για τη δήλωση και την απόδοσή του είναι ο πωλητής του κινητού πράγματος.
Άρθρο 12 - Μεταβίβαση επιχείρησης
1. Το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής επιβάλλεται στη μεταβίβαση επιχείρησης.
2. Ως μεταβίβαση επιχείρησης, για τους σκοπούς του παρόντος, νοείται:
α) η μεταβίβαση εξ επαχθούς αιτίας επιχείρησης ως συνόλου, μέρους, κλάδου ή τμήματος κλάδου αυτής, β) η μεταβίβαση εξ επαχθούς αιτίας επιβατηγών, φορτηγών, λεωφορείων και μοτοσυκλετών δημόσιας χρήσης μαζί με την άδεια κυκλοφορίας τους, εφόσον χρησιμοποιούνται αυτοτελώς για την άσκηση επιχείρησης μεταφοράς προσώπων ή αγαθών.
3. Το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής υπολογίζεται με συντελεστή δύο κόμμα σαράντα τοις εκατό (2,40%) επί του τιμήματος της μεταβίβασης ή της καθαρής θέσης της μεταβιβαζόμενης επιχείρησης, μέρους, κλάδου ή τμήματος κλάδου αυτής, εφόσον αυτή είναι μεγαλύτερη του τιμήματος της μεταβίβασης.
4. Το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής δεν επιβάλλεται στη μεταβίβαση επιχείρησης:
α) από χαριστική αιτία,
β) στο πλαίσιο μετασχηματισμού επιχειρήσεων κατ' εφαρμογή των διατάξεων: βα) του ν.δ. 1297/1972 (Α' 217), περί παροχής φορολογικών κινήτρων για τη συγχώνευση ή μετατροπή επιχειρήσεων με στόχο τη δημιουργία μεγάλων οικονομικών μονάδων,
ββ) των άρθρων 1 έως και 4 του ν. 2166/1993 (Α' 137), περί μετασχηματισμού επιχειρήσεων, βγ) του Κεφαλαίου Α' του ν. 2578/1998 (Α' 30), περί συγχωνεύσεων, διασπάσεων κ.λπ. εταιρειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
βδ) των άρθρων 52 έως και 56 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Κ.Φ.Ε., ν. 4172/2013, Α' 167), περί μεταφοράς κλάδων δραστηριότητας και λοιπών ειδικότερων προβλέψεων,
βε) του άρθρου 61 του ν. 4438/2016 (Α' 220), περί κινήτρων για μετασχηματισμούς επιχειρήσεων με τον Κ.Φ.Ε., βστ) του άρθρου 16 του ν. 2515/1997 (Α' 154), περί συγχώνευσης πιστωτικών ιδρυμάτων, και βζ) των άρθρων 1 έως και 5 του ν. 4935/2022 (Α' 103), περί απαλλαγής από τον φόρο εισοδήματος σε περίπτωση μετασχηματισμού επιχειρήσεων, συνεργασίας προσώπων ή εισφοράς ατομικής επιχείρησης.
5. Αν δεν συμφωνείται διαφορετικά μεταξύ του μεταβιβάζοντος και του αποκτώντος την επιχείρηση, με το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής βαρύνεται ο μεταβιβάζων.
Άρθρο 13 - Διανομή κληρονομίας, κληροδοτήματος και εν γένει κοινής περιουσίας
1. Το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής επιβάλλεται στη σύμβαση εκούσιας και μερικής διανομής κληρονομίας ή κληροδοτήματος ή κοινής περιουσίας που περιλαμβάνει κινητά πράγματα που βρίσκονται στην ημεδαπή ή στην αλλοδαπή, καθώς και ακίνητα που βρίσκονται στην αλλοδαπή, καθώς και στη διανομή με εκποίηση κοινού κινητού πράγματος διά πλειστηριασμού.
2. Το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής υπολογίζεται:
α) επί της συνολικής αξίας των κινητών πραγμάτων ή του ακινήτου της αλλοδαπής, χωρίς να υπολογίζεται η απομείωσή της λόγω της ύπαρξης εμπράγματου βάρους επί των πραγμάτων, και, επί μερικής διανομής, επί της αξίας των πραγμάτων που διανεμήθηκαν,
β) επί του διανεμόμενου εκπλειστηριάσματος, σε περίπτωση διανομής με εκποίηση του κοινού κινητού πράγματος διά πλειστηριασμού.
3. Για τον υπολογισμό του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής του παρόντος άρθρου εφαρμόζεται συντελεστής:
α) δύο κόμμα σαράντα τοις εκατό (2,40%), εφόσον στη διανεμόμενη κοινή περιουσία περιλαμβάνονται κινητά πράγματα,
β) τρία κόμμα εξήντα τοις εκατό (3,60%), σε κάθε άλλη περίπτωση.
4. Η φορολογική υποχρέωση γεννάται κατά τον χρόνο κατάρτισης της σύμβασης διανομής ή της έγγραφης πιστοποίησης της πώλησης με άλλον τρόπο. Σε περίπτωση εκποίησης των διανεμόμενων πραγμάτων διά πλειστηριασμού, η φορολογική υποχρέωση γεννάται κατά τον χρόνο έκδοσης της περίληψης της κατακυρωτικής έκθεσης.
5. Το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής βαρύνει τα συναλλασσόμενα μέρη με βάση τη μεταξύ τους συμφωνία και προκαταβάλλεται από αυτά στον συμβολαιογράφο, ο οποίος καθίσταται υπόχρεος για τη δήλωση και απόδοση αυτού στη Φορολογική Διοίκηση μέχρι την τελευταία ημέρα του επόμενου μήνα από αυτόν κατά τον οποίο συντάχθηκε η σχετική πράξη. Ειδικά στην περίπτωση διανομής με εκποίηση κοινού πράγματος διά πλειστηριασμού, το ποσό που αντιστοιχεί στο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής παρακρατείται από το πλειστηρίασμα και αποδίδεται από τον συμβολαιογράφο στη Φορολογική Διοίκηση. Αν η διανομή αφορά κινητά πράγματα και έγινε με εκούσια εκποίηση, υποκείμενος στον φόρο και υπόχρεος για την απόδοσή του είναι ο λήπτης του κάθε πράγματος.
Άρθρο 14 - Λοιπές συμβάσεις υπαγόμενες σε Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής
1. Το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής επιβάλλεται αυτοτελώς στις παρακάτω συμβάσεις, υπό τους ειδικότερους, κατά περίπτωση, όρους:
α) Αφηρημένη υπόσχεση ή αναγνώριση χρέους του άρθρου 873 του Αστικού Κώδικα, για την οποία εφαρμόζεται συντελεστής δύο κόμμα σαράντα τοις εκατό (2,40%), εφόσον:
αα) όλα τα συναλλασσόμενα μέρη ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα και η αφηρημένη υπόσχεση ή αναγνώριση χρέους γίνεται στο πλαίσιο αυτής, ή
αβ) τουλάχιστον ένας από τους συναλλασσόμενους είναι νομικό πρόσωπο της περ. α) ή της περ. β) του άρθρου 45 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Κ.Φ.Ε., ν. 4172/2013, Α' 167).
Σε διαφορετική περίπτωση, εφαρμόζεται συντελεστής τρία κόμμα εξήντα τοις εκατό (3,60%). Υποκείμενος στο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής και υπόχρεος για τη δήλωση και την απόδοσή του είναι ο υποσχόμενος ή αναγνωρίζων το χρέος.
β) Άφεση χρέους σύμφωνα με το άρθρο 454 του Αστικού Κώδικα. Για τον υπολογισμό του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής εφαρμόζεται συντελεστής δύο κόμμα σαράντα τοις εκατό (2,40%), εφόσον: βα) όλα τα συναλλασσόμενα μέρη ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα και η άφεση χρέους γίνεται στο πλαίσιο αυτής, ή ββ) τουλάχιστον ένας από τους συναλλασσόμενους είναι νομικό πρόσωπο της περ. α) ή της περ. β) του άρθρου 45 του Κ.Φ.Ε..
Σε διαφορετική περίπτωση, εφαρμόζεται συντελεστής τρία κόμμα εξήντα τοις εκατό (3,60%).
γ) Εκχώρηση απαίτησης, σύμφωνα με τα άρθρα 455 έως 469 του Αστικού Κώδικα, εφόσον δεν γίνεται έναντι ανταλλάγματος. Για τον υπολογισμό του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής εφαρμόζεται συντελεστής δύο κόμμα σαράντα τοις εκατό (2,40%), εφόσον: γα) όλα τα συναλλασσόμενα μέρη ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα και η εκχώρηση γίνεται στο πλαίσιο αυτής, ή
γβ) τουλάχιστον ένας από τους συναλλασσόμενους είναι νομικό πρόσωπο της περ. α) ή της περ. β) του άρθρου 45 του Κ.Φ.Ε..
Σε διαφορετική περίπτωση, εφαρμόζεται συντελεστής τρία κόμμα εξήντα τοις εκατό (3,60%). Υποκείμενος στο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής και υπόχρεος για τη δήλωση και την απόδοσή του είναι ο εκχωρών την απαίτηση.
δ) Αναδοχή χρέους, σύμφωνα με το άρθρο 471 του Αστικού Κώδικα, εφόσον δεν γίνεται έναντι ανταλλάγματος. Για τον υπολογισμό του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής εφαρμόζεται συντελεστής δύο κόμμα σαράντα τοις εκατό (2,40%), εφόσον:
δα) όλα τα συναλλασσόμενα μέρη ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα και η αναδοχή γίνεται στο πλαίσιο αυτής, ή
δβ) τουλάχιστον ένας από τους συναλλασσόμενους είναι νομικό πρόσωπο της περ. α) ή της περ. β) του άρθρου 45 του Κ.Φ.Ε..
Σε διαφορετική περίπτωση, εφαρμόζεται συντελεστής τρία κόμμα εξήντα τοις εκατό (3,60%). Υποκείμενος στο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής και υπόχρεος για τη δήλωση και την απόδοσή του είναι ο αναδεχόμενος το χρέος.
ε) Παρακαταθήκη, σύμφωνα με το άρθρο 822 του Αστικού Κώδικα, για την οποία εφαρμόζεται συντελεστής δύο κόμμα σαράντα τοις εκατό (2,40%), εφόσον: εα) τα συναλλασσόμενα μέρη ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα και η παρακαταθήκη γίνεται στο πλαίσιο αυτής, ή
εβ) τουλάχιστον ένας από τους συναλλασσόμενους είναι νομικό πρόσωπο της περ. α) ή της περ. β) του άρθρου 45 του Κ.Φ.Ε.. Σε διαφορετική περίπτωση, εφαρμόζεται συντελεστής τρία κόμμα εξήντα τοις εκατό (3,60%). Υπόχρεος για τη δήλωση και την απόδοση του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής είναι ο θεματοφύλακας του πράγματος. Δεν επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής στις παρακαταθήκες που συστήνονται στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων.
στ) Ισόβια χρηματικά αποτιμητή πρόσοδος, σύμφωνα με τα άρθρα 840 έως 843 του Αστικού Κώδικα, για την οποία εφαρμόζεται συντελεστής τρία κόμμα εξήντα τοις εκατό (3,60%). Υποκείμενος στο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής και υπόχρεος για τη δήλωση και την απόδοσή του είναι ο συστήσας την πρόσοδο.
2. Αν ένας εκ των συμβαλλομένων στις περ. α), β) και γ) της παρ. 1 είναι το Δημόσιο, εφαρμόζεται συντελεστής τρία κόμμα εξήντα τοις εκατό (3,60%).
Άρθρο 15 - Συμβιβασμός
1. Επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής επί συμβάσεων συμβιβασμού του άρθρου 871 του Αστικού Κώδικα (π.δ. 456/1984, Α' 164), με συντελεστή δύο κόμμα σαράντα τοις εκατό (2,40%) επί του συμφωνούμενου ποσού, όταν με τη σύμβαση συμφωνείται χρηματικό ποσό που ο ένας συναλλασσόμενος οφείλει στον έτερο, στο πλαίσιο συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς, εφόσον:
α) τα συναλλασσόμενα μέρη ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα και ο συμβιβασμός γίνεται στο πλαίσιο αυτής, ή
β) τουλάχιστον ένας από τους συναλλασσόμενους είναι κεφαλαιουχική ή προσωπική εταιρεία που συστάθηκε στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή. Σε διαφορετική περίπτωση, εφαρμόζεται συντελεστής τρία κόμμα εξήντα τοις εκατό (3,60%).
2. Υποκείμενος στο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής επί της σύμβασης της παρ. 1 και υπόχρεος για την απόδοσή του είναι ο οφειλέτης της συμβιβαζόμενης απαίτησης.
Άρθρο 16 - Αποζημιώσεις
1. Το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής επιβάλλεται στις κάθε είδους και για οποιονδήποτε λόγο καταβαλλόμενες αποζημιώσεις, περιλαμβανομένων αυτών που επιδικάζονται από δικαστική απόφαση, όταν η αποζημίωση καταβάλλεται σε ή από:
α) φυσικό πρόσωπο, φορολογικό κάτοικο Ελλάδας, ή
β) νομικό πρόσωπο, φορολογικό κάτοικο Ελλάδας, εκτός εάν η εν λόγω χρηματική παροχή καταβάλλεται σε μόνιμη εγκατάσταση του νομικού αυτού προσώπου στην αλλοδαπή και συνδέεται με τη δραστηριότητα της μόνιμης αυτής εγκατάστασης, ή
γ) μόνιμη εγκατάσταση αλλοδαπού νομικού προσώπου στην Ελλάδα.
2. Το ποσό του οφειλόμενου Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής υπολογίζεται επί του ποσού της καταβαλλόμενης αποζημίωσης με την εφαρμογή συντελεστή τρία κόμμα εξήντα τοις εκατό (3,60%), ανεξαρτήτως αν για την είσπραξη των αποζημιώσεων του παρόντος απαιτείται η έκδοση τιμολογίου ή άλλου στοιχείου αξίας που προβλέπεται στον ν. 4308/2014 (Α' 251).
3. Το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής δεν επιβάλλεται:
α) στις ασφαλιστικές αποζημιώσεις και στην κάθε συναφή καταβολή από ασφαλιστική επιχείρηση για ασφαλίσεις πάσης φύσεως, στους τόκους που απορρέουν από αυτές, καθώς και στους συμβιβασμούς που αφορούν στις αποζημιώσεις αυτές,
β) στις αποζημιώσεις που καταβάλλει το Επικουρικό Κεφάλαιο σε δικαιούχους ασφαλίσματος αστικής ευθύνης από την κυκλοφορία αυτοκινήτων με βάση τα άρθρα 19, 19α και 19β του π.δ. 237/1986 (Α' 110), και γ) στις εξοφλήσεις αποζημιώσεων από εργατικό ατύχημα ή λόγω λύσης της σχέσης εργασίας.
4. Υπόχρεος υποβολής της δήλωσης, παρακράτησης και απόδοσης του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής είναι ο λήπτης της αποζημίωσης, με την επιφύλαξη της περ. γ) της παρ. 4 του άρθρου 4.
Άρθρο 17 - Αμοιβές
1. Επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής στις αμοιβές, οι οποίες αντιστοιχούν στη χρηματική παροχή που καταβάλλεται από:
α) φυσικό πρόσωπο, φορολογικό κάτοικο Ελλάδας, ή β) νομικό πρόσωπο, φορολογικό κάτοικο Ελλάδας, εκτός αν η εν λόγω χρηματική παροχή αποδίδεται σε μόνιμη εγκατάσταση του νομικού αυτού προσώπου στην αλλοδαπή και συνδέεται με τη δραστηριότητα της μόνιμης αυτής εγκατάστασης, ή γ) μόνιμη εγκατάσταση αλλοδαπού νομικού προσώπου στην Ελλάδα, ως αντάλλαγμα για παρασχεθείσες εργασίες προς εκπλήρωση νόμιμης ή συμβατικής υποχρέωσης, η οποία δεν προκύπτει στο πλαίσιο σχέσης εξαρτημένης εργασίας και δεν υπόκειται σε Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.) σύμφωνα με τον Κώδικα Φ.Π.Α. (ν. 2859/2000, Α' 248).
Στην έννοια της αμοιβής του δευτέρου εδαφίου εμπίπτουν και οι αμοιβές των μελών διοικητικών συμβουλίων ανωνύμων εταιρειών, των διαχειριστών εταιρειών περιορισμένης ευθύνης και ιδιωτικών κεφαλαιουχικών εταιρειών, συνεταιρισμών, σωματείων, συλλόγων, ακόμη και αν παρέχονται υπό μορφή ποσοστών ή εξόδων κίνησης, καθώς και η επιχειρηματική αμοιβή των ομόρρυθμων εταίρων και των κοινωνών. Δεν επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής σε αμοιβές που καταβάλλονται με τη μορφή διανομής κερδών.
2. Το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής υπολογίζεται επί του ποσού της οφειλόμενης αμοιβής, από την οποία δεν αφαιρείται ποσό που τυχόν παρακρατείται ως παρακρατούμενος φόρος εισοδήματος, με συντελεστή:
α) ένα κόμμα είκοσι τοις εκατό (1,20%), εφόσον πρόκειται για τις αμοιβές μελών διοικητικών συμβουλίων ανωνύμων εταιρειών, διαχειριστών εταιρειών περιορισμένης ευθύνης και ιδιωτικών κεφαλαιουχικών εταιρειών, συνεταιρισμών, σωματείων, συλλόγων, ακόμη και αν παρέχονται υπό μορφή ποσοστών ή εξόδων κίνησης, καθώς και η επιχειρηματική αμοιβή των ομόρρυθμων εταίρων και των κοινωνών, β) τρία κόμμα εξήντα τοις εκατό (3,60%) για κάθε άλλη καταβολή αμοιβής.
3. Υπόχρεος για την απόδοση του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής του παρόντος άρθρου είναι ο καταβάλλων την αμοιβή, ο οποίος παρακρατεί και αποδίδει το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής κατά τον ίδιο τρόπο και στον ίδιο χρόνο με τον παρακρατούμενο φόρο εισοδήματος. Αν δεν υπάρχει υποχρέωση παρακράτησης φόρου εισοδήματος, η παρακράτηση και απόδοση γίνονται με αναλογική εφαρμογή του άρθρου 64 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Κ.Φ.Ε., ν. 4172/2013, Α' 167).
Άρθρο 18 - Τόκοι υπερημερίας και νόμιμοι τόκοι
1. Επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής στους τόκους υπερημερίας και τους τόκους που επιδικάζονται από δικαστικές αποφάσεις ή προκύπτουν από απόγραφα.
2. Το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής υπολογίζεται επί του ποσού των καταβαλλόμενων τόκων του παρόντος άρθρου με εφαρμογή συντελεστή τρία κόμμα εξήντα τοις εκατό (3,60%), ανεξάρτητα εάν για την είσπραξη των τόκων του παρόντος άρθρου εκδίδεται τιμολόγιο ή άλλο στοιχείο αξίας που προβλέπεται στον ν. 4308/2014 (Α' 251).
3. Υποκείμενος του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής και υπόχρεος υποβολής δήλωσης και απόδοσης είναι ο λήπτης των τόκων, με την επιφύλαξη της παρ. 3 του άρθρου 5.
4. Η υποχρέωση για τη δήλωση και απόδοση του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής του παρόντος γεννάται κατά την ημερομηνία καταβολής των τόκων.
Άρθρο 19 - Τραπεζικές επιταγές
1. Επιταγές, που προσκομίζονται σε εγκατεστημένα στην Ελλάδα πιστωτικά ιδρύματα για είσπραξη, ενεχυρίαση ή φύλαξη, καταγράφονται υποχρεωτικά σε πινάκια, στα οποία επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής, με συντελεστή τρία τοις χιλίοις (3%ο), επί της συνολικής αξίας των καταχωριζόμενων στο οικείο πινάκιο επιταγών.
2. Υποκείμενος στο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής είναι ο κομιστής της επιταγής. Υπόχρεος υποβολής της δήλωσης και απόδοσης του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής είναι το πιστωτικό ίδρυμα.
3. Η υποχρέωση για τη δήλωση και απόδοση του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής του παρόντος γεννάται κατά την ημερομηνία καταχώρισης της επιταγής στο πινάκιο.
Άρθρο 20 - Συνδρομές καταβαλλόμενες σε επιμελητήρια, ενώσεις, συλλόγους και σωματεία
1. Επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής σε χρηματικά ποσά ή συνδρομές που καταβάλλονται σε επιμελητήρια, ενώσεις, συλλόγους και σωματεία, από τα μέλη αυτών για τη συμμετοχή τους, χωρίς να αντιστοιχούν σε ιδιαίτερη αντιπαροχή εκ μέρους του λήπτη της συνδρομής. Το ποσό του οφειλόμενου Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής υπολογίζεται επί του καταβαλλόμενου χρηματικού ποσού ή της συνδρομής με την εφαρμογή συντελεστή:
α) ένα κόμμα είκοσι τοις εκατό (1,20%), εφόσον πρόκειται για συνδρομή σε σωματεία,
β) δύο κόμμα σαράντα τοις εκατό (2,40%), σε κάθε άλλη περίπτωση.
2. Υποκείμενος στο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής, υπόχρεος για την υποβολή δήλωσης και την απόδοση του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής είναι ο λήπτης της συνδρομής.
Άρθρο 21 - Έπαθλα και βραβεία
1. Επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής στα έπαθλα και τα βραβεία.
2. Το ποσό του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής υπολογίζεται επί του ποσού του επάθλου ή του βραβείου με εφαρμογή συντελεστή τρία κόμμα εξήντα τοις εκατό (3,60%).
3. Υποκείμενος στο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής είναι ο δικαιούχος του επάθλου ή βραβείου.
4. Υπόχρεος παρακράτησης του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής, υποβολής της δήλωσης και απόδοσης του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής είναι ο απονέμων το έπαθλο ή το βραβείο ή ο καταβάλλων τα αντίστοιχα ποσά.
Άρθρο 22 - Μισθώσεις ακινήτων με αντισυμβαλλόμενο το Δημόσιο ή φορέα γενικής κυβέρνησης
1. Σε μισθώσεις ακινήτων που βρίσκονται στην ελληνική επικράτεια, όταν ο εκμισθωτής ή ο μισθωτής είναι το Δημόσιο ή φορέας γενικής κυβέρνησης, επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής που υπολογίζεται επί του συμφωνηθέντος μισθώματος με εφαρμογή συντελεστή τρία κόμμα εξήντα τοις εκατό (3,60%).
2. Για τις συμβάσεις της παρ. 1, υποκείμενος στο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής και βαρυνόμενος με τη σχετική δαπάνη είναι ο αντισυμβαλλόμενος του Δημοσίου ή του φορέα γενικής κυβέρνησης.
3. Εφόσον αντισυμβαλλόμενος του Δημοσίου ή του φορέα γενικής κυβέρνησης είναι ο εκμισθωτής, το οφειλόμενο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής αποδίδεται από αυτόν σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 5. Αν αυτός απαλλάσσεται της υποχρέωσης υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής αποδίδεται από αυτόν εφάπαξ για το σύνολο των συμβατικών μισθωμάτων σύμφωνα με τη διαδικασία και εντός της προθεσμίας της παρ. 1 του άρθρου 5. Αν αντισυμβαλλόμενος του Δημοσίου ή του φορέα γενικής κυβέρνησης είναι ο μισθωτής, η δήλωση υποβάλλεται και το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής αποδίδεται σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 5.
Άρθρο 23 - Αποζημιώσεις καταβαλλόμενες από ή προς το Δημόσιο και φορείς γενικής κυβέρνησης
1. Σε αποζημιώσεις που καταβάλλονται ή εισπράττονται από το Δημόσιο ή φορείς γενικής κυβέρνησης επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής με συντελεστή τρία κόμμα εξήντα τοις εκατό (3,60%), που υπολογίζεται επί του ποσού της αποζημίωσης. Δεν επιβάλλεται το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής στην αποζημίωση των ιδιοκτητών για απαλλοτρίωση της ακίνητης ιδιοκτησίας τους.
2. Σε αποζημιώσεις που καταβάλλει το Δημόσιο ή φορέας γενικής κυβέρνησης, υποκείμενος του Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής είναι ο δικαιούχος της αποζημίωσης. Το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής υπολογίζεται, παρακρατείται και αποδίδεται από το Δημόσιο ή τον φορέα γενικής κυβέρνησης που καταβάλλει την αποζημίωση.
3. Σε αποζημιώσεις που καταβάλλονται προς το Δημόσιο ή φορείς γενικής κυβέρνησης, υποκείμενος στο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής και υπόχρεος για τη δήλωση και την απόδοσή του είναι ο καταβάλλων την αποζημίωση.
Άρθρο 24 - Επιδοτήσεις, οικονομικές ενισχύσεις, επιχορηγήσεις από το Δημόσιο ή φορείς γενικής κυβέρνησης
1. Επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής με συντελεστή τρία κόμμα εξήντα τοις εκατό (3,60%), στις πάσης φύσεως μονομερείς μεταβιβάσεις πόρων από το Δημόσιο ή τον φορέα γενικής κυβέρνησης, που γίνονται με σκοπό την οικονομική ενίσχυση του λήπτη αυτών.
2. Δεν επιβάλλεται το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής:
α) στα χρηματικά εντάλματα πληρωμής επιχορηγήσεων από το Δημόσιο ή τους φορείς γενικής κυβέρνησης προς τους δημόσιους οργανισμούς ή τις δημόσιες επιχειρήσεις με μοναδικό μέτοχο το Δημόσιο, για την εκτέλεση έργων ή την κάλυψη ελλειμμάτων του προϋπολογισμού τους,
β) στις ενισχύσεις που καταβάλλονται λόγω φυσικών καταστροφών, σε όσους έχουν πληγεί ή έχουν υποστεί οικονομικές απώλειες λόγω αυτών, δυνάμει του ν. 4797/2021 (Α' 66) ή δυνάμει άλλων διατάξεων αρμοδιότητας της Γενικής Γραμματείας Αποκατάστασης Φυσικών Καταστροφών και Κρατικής Αρωγής του Υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας,
γ) σε επιδόματα που καταβάλλει ο Οργανισμός Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, καθώς και σε επιδόματα και παροχές σε χρήμα, ιδίως αναπηρίας, ασθένειας, μητρότητας, έξοδα κηδείας που χορηγούνται από τον Ηλεκτρονικό Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης,
δ) στις συνδρομές, εισφορές, επιχορηγήσεις και κάθε είδους χρηματικές ενισχύσεις που χορηγούνται από το Δημόσιο ή τους φορείς γενικής κυβέρνησης σε κάθε είδους νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, καθώς και από τους Ο.Τ.Α. και κάθε νομικό ή φυσικό πρόσωπο σε ευεργετικά ταμεία δημόσιων υπαλλήλων, υπαλλήλων Ο.Τ.Α., εκκλησιαστικών υπαλλήλων και ιδιωτικών υπαλλήλων ή εργατών, εκπαιδευτικά, φιλανθρωπικά, εθνωφελή και κοινωφελή σωματεία ή ιδρύματα, ταμεία, οργανισμούς και επιτροπές, καθώς στις επιχορηγήσεις προς νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου της παρ. 4 του άρθρου 7 του ν. 2557/1997 (Α' 271),
ε) στις επιδοτήσεις της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης (Δ.ΥΠ.Α.) προς βιομηχανικές και βιοτεχνικές επιχειρήσεις που προσφέρονται για την πρακτική άσκηση μαθητών που παρακολουθούν προγράμματα τεχνικής ή επαγγελματικής εκπαίδευσης σε εκπαιδευτικές μονάδες οποιουδήποτε φορέα, σύμφωνα με τις παρ. 1 και 5 του άρθρου 18 του ν. 1262/1982 (Α' 70), περί επιχορήγησης βιομηχανικών και βιοτεχνικών επιχειρήσεων που προσφέρονται για πρακτική άσκηση μαθητών, καθώς και στην καταβολή των επιχορηγήσεων της Δ.ΥΠ.Α. προς εργοδότες, για τη συμμετοχή τους σε προγράμματα
απασχόλησης και αυταπασχόλησης ανέργων, που καταρτίζονται με αποφάσεις του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, σύμφωνα με τις παρ. 1 και 6 του άρθρου 29 του ν. 1262/1982, περί ρυθμίσεων για την καταπολέμηση της ανεργίας, στ) στους πόρους του Λογαριασμού για την Απασχόληση και την Επαγγελματική Κατάρτιση που αποδίδονται στις επιχειρήσεις και αφορούν στην επαγγελματική κατάρτιση,
ζ) στην αποζημίωση των φοιτητών και σπουδαστών που πραγματοποιούν άσκηση σε επάγγελμα, που καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και του τυχόν συναρμόδιου Υπουργού, σύμφωνα με την περ. β) της παρ. 4 του άρθρου 11 του ν. 2327/1995 (Α' 156), περί θεμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης,
η) στις επιχορηγήσεις και επιδοτήσεις επιτοκίου που καταβάλλονται με το άρθρο 14 του ν. 1116/1981 (Α' 8), περί φορολογικής μεταχείρισης των επιχορηγήσεων και των επιδοτήσεων επιτοκίου, θ) στις πάσης φύσεως επιδοτήσεις και οικονομικές ενισχύσεις που καταβάλλονται σε βάρος των πιστώσεων του Ειδικού Λογαριασμού Εγγυήσεων Γεωργικών Προϊόντων του άρθρου 26 του ν. 992/1979 (Α' 280) και σύμφωνα με το άρθρο 64 του ν. 1249/1982 (Α' 43), με το οποίο κυρώθηκε η υπό στοιχεία 4746.97/3025/12.11.1981 κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Γεωργίας, ι) στις επιδοτήσεις, επιχορηγήσεις και ενισχύσεις που καταβάλλονται σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα, στο πλαίσιο πιστώσεων του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων ή επενδυτικών και αναπτυξιακών προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται συνολικά ή μερικά από το Δημόσιο ή φορέα γενικής κυβέρνησης ή πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, περιλαμβανόμενων ποσών που καταβάλλονται προς ενεργοβόρες ή άλλες επιχειρήσεις στο πλαίσιο μέτρων και μηχανισμών αποζημίωσης που εγκρίνονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σύμφωνα με το ενωσιακό πλαίσιο για τις κρατικές ενισχύσεις.
3. Το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής των μονομερών μεταβιβάσεων της παρ. 1 υπολογίζεται επί του εκάστοτε πραγματικά καταβαλλόμενου ποσού αυτών, παρακρατείται κατά την καταβολή της επιδότησης ή της ενίσχυσης ή της επιχορήγησης στον δικαιούχο από το Δημόσιο ή τον φορέα γενικής κυβέρνησης που διενεργεί την πληρωμή και αποδίδεται στη Φορολογική Διοίκηση από τον φορέα που διενεργεί την πληρωμή.
Άρθρο 25 - Αμοιβή Δημοσίου ή φορέων γενικής κυβέρνησης για παροχή υπηρεσίας
Επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής με συντελεστή τρία κόμμα εξήντα τοις εκατό (3,60%), επί της αμοιβής που εισπράττει το Δημόσιο ή φορέας γενικής κυβέρνησης για την παροχή υπηρεσιών που παρέχονται στο πλαίσιο της αποστολής του βάσει σύμβασης. Υποκείμενος του Ψηφιακού Τέλος Συναλλαγής και υπόχρεος για τη δήλωση και απόδοση αυτού είναι ο λήπτης των υπηρεσιών.
Άρθρο 26 - Αμοιβές για συμμετοχή σε συμβούλια και επιτροπές
1. Στις αμοιβές που καταβάλλονται από το Δημόσιο ή φορείς γενικής κυβέρνησης για τη συμμετοχή σε συμβούλια και επιτροπές επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής με συντελεστή ένα κόμμα είκοσι τοις εκατό (1,20%).
2. Το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής υπολογίζεται επί του μικτού ποσού της οφειλόμενης αμοιβής και παρακρατείται και αποδίδεται κατά τον ίδιο τρόπο και στον ίδιο χρόνο με τον παρακρατούμενο φόρο από τον υπόχρεο σε παρακράτηση φόρου. Αν δεν υπάρχει υποχρέωση παρακράτησης φόρου εισοδήματος, η παρακράτηση και απόδοση γίνονται με αναλογική εφαρμογή του άρθρου 64 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013, Α' 167).
Άρθρο 27 - Είσπραξη προστίμων και παρεμφερών εσόδων του Δημοσίου και των φορέων γενικής κυβέρνησης
1. Επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής με συντελεστή δύο κόμμα σαράντα τοις εκατό (2,40%) στα παρακάτω χρηματικά ποσά που εισπράττονται από το Δημόσιο και τους φορείς γενικής κυβέρνησης ή από φορείς που ενεργούν με εντολή και για λογαριασμό του:
α) πρόστιμα πάσης φύσεως που επιβάλλονται με απόφαση αρμόδιας αρχής περιλαμβανομένων και των αυτοτελών προστίμων της φορολογικής και τελωνειακής νομοθεσίας,
β) χρηματικές ποινές πάσης φύσεως,
γ) έξοδα ποινικής διαδικασίας,
δ) πρόστιμα σε εκτέλεση πειθαρχικών αποφάσεων καθώς και το αντίτιμο εξαγοράς πειθαρχικών ποινών.
2. Αν υπάρχει κύρια οφειλή, στις ως άνω περιπτώσεις το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής συνεισπράττεται με την κύρια οφειλή.
Άρθρο 28 - Συναλλαγές που διενεργούνται σε κτηματολογικά γραφεία
1. Επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής με συντελεστή ένα κόμμα είκοσι τοις εκατό (1,20%) κατά τη μεταγραφή της σύμβασης μίσθωσης ακινήτου διάρκειας άνω των εννέα (9) ετών στο βιβλίο μεταγραφών του αρμόδιου υποθηκοφυλακείου ή κτηματολογικού γραφείου της περιφέρειας όπου βρίσκεται το ακίνητο. Ειδικότερα:
α) Το ποσό του οφειλόμενου Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής υπολογίζεται επί του συνολικού ποσού των συμβατικών μισθωμάτων.
β) Υπόχρεος προς απόδοση είναι ο συμβολαιογράφος που συντάσσει την οικεία πράξη, ο οποίος εισπράττει από τους συμβαλλομένους και αποδίδει το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής στη Φορολογική Διοίκηση. Το οφειλόμενο τέλος Συναλλαγής αποδίδεται εφάπαξ σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 5.
2. Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής με συντελεστή τρία κόμμα εξήντα τοις εκατό (3,60%) επιβάλλεται στην πράξη εγγραφής υποθήκης ή τροπής προσημείωσης σε υποθήκη ακινήτου βάσει νόμου ή δικαστικής απόφασης. Ειδικότερα:
α) Το ποσό του οφειλόμενου Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής υπολογίζεται επί του ποσού για το οποίο εγγράφεται η υποθήκη και η απόδοση πραγματοποιείται πριν από την πράξη εγγραφής.
β) Στο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής υπόκειται και είναι υπόχρεος για την απόδοσή του το πρόσωπο που αιτείται την πράξη εγγραφής υποθήκης ή τροπής προσημείωσης σε υποθήκη.
3. Δεν επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής: α) στην πράξη εγγραφής υποθήκης ή τροπής προσημείωσης σε υποθήκη ακινήτου για εξασφάλιση οφειλών βεβαιωμένων στη Φορολογική Διοίκηση ή οφειλών προς φορείς κοινωνικής ασφάλισης, β) στην εγγραφή υποθήκης επί ακινήτων των πρακτόρων του Εθνικού Λαχείου ή τρίτων προς εξασφάλιση πληρωμής αντιτίμου των γραμματίων κρατικών λαχείων που τους παραδίδονται από το Δημόσιο, γ) σε εγγραφή υποθήκης ή τροπή προσημείωσης σε υποθήκη που γίνεται σε εξασφάλιση δανείου από χρηματοπιστωτικό ίδρυμα ή ομολογιακού δανείου του ν. 4548/2018 (Α' 104).
Άρθρο 29 - Έκδοση απογράφου και αποδεικτικά έγγραφα ενώπιον δικαστηρίων
1. Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής επιβάλλεται επί της έκδοσης απογράφου του άρθρου 918 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (π.δ. 503/1985, Α' 182) και υπολογίζεται επί του επιδικαζόμενου ποσού με βάση τους εξής συντελεστές:
α) Με συντελεστή τρία κόμμα εξήντα τοις εκατό (3,60%) για:
αα) το κεφάλαιο και τους τόκους που απορρέουν από διαφορές ενοχικού δικαίου, διαφορές από επαγγελματικές μισθώσεις και διαφορές που αφορούν διατροφή, αβ) το κεφάλαιο που απορρέει από διαφορές σχετικά με ασφαλιστικές αποζημιώσεις, αγ) τους τόκους που απορρέουν από διαφορές σχετικά με μισθώσεις κατοικιών, εργατικές διαφορές, διαφορές από τιμολόγια, διαφορές από αξιόγραφα για τα οποία καταβλήθηκε Φόρος Προστιθέμενης Αξίας, διαφορές από ομόλογο, διαφορές από τραπεζικά δάνεια και δάνεια της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης και του τέως Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας και διαφορές από οφειλές από πιστωτικές κάρτες.
β) Με συντελεστή δύο κόμμα σαράντα τοις εκατό (2,40%) για:
βα) το κεφάλαιο και τους τόκους που απορρέουν από διαφορές εμπορικού δικαίου και αυτοκινητικές διαφορές,
ββ) τους τόκους που απορρέουν από διαφορές από επιταγές, εμπορικά ομόλογα και αλληλόχρεους λογαριασμούς.
2. Δεν καταβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής για την έκδοση απογράφου, όταν ο εκτελεστός τίτλος αφορά:
α) διαφορές επί συναλλαγματικών και γραμματίων εις διαταγή,
β) διαφορές επί δανείων χορηγουμένων από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, γ) απόφαση περί απόδοσης πράγματος, δ) επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη.
3. Το Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής αποδίδεται στη Φορολογική Διοίκηση και αποδεικτικό της καταβολής του προσκομίζεται στην αρμόδια δικαστική αρχή ως προϋπόθεση για την έκδοση του απογράφου.
Άρθρο 30 - Περιπτώσεις επιβολής πάγιου Ψηφιακού Τέλους Συναλλαγής
Στην έκδοση και ανανέωση των ακόλουθων αδειών και εγγράφων επιβάλλεται το αντίστοιχο πάγιο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής:
α) Στην άδεια θήρας, καθώς και στην ανανέωσή της, επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής δεκαπέντε (15) ευρώ.
β) Στην άδεια μεταβολής ή προσθήκης επωνύμου, επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής δεκαπέντε (15) ευρώ.
γ) Στην άδεια οδηγού αυτοκινήτου και μοτοσυκλέτας, καθώς και στην ανανέωσή της, επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής δεκαπέντε (15) ευρώ.
δ) Στις άδειες οπλοφορίας και στις λοιπές σχετικές άδειες επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής ως εξής:
δα) Στις άδειες οπλοφορίας, προς άσκηση στη σκοποβολή, επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής δεκαπέντε (15) ευρώ.
δβ) Στις λοιπές άδειες οπλοφορίας επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής σαράντα πέντε (45) ευρώ.
δγ) Στην επέκταση των εν γένει αδειών οπλοφορίας επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής δεκαπέντε (15) ευρώ.
δε) Στις άδειες εμπορίας όπλων, πυρομαχικών, εκρηκτικών υλών και λοιπών ειδών του ν. 2168/1993 (Α' 147), φωτοβολίδων, βεγγαλικών, πυροτεχνικών παιδικών αθυρμάτων και λοιπών ειδών του ν. 456/1976 (Α' 277), κατασκευής, επισκευής, συναρμολόγησης των ειδών των ν. 2168/1993 και 456/1976, καθώς και κατασκευής, γόμωσης και αναγόμωσης φυσιγγίων, επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής ενενήντα (90) ευρώ.
δστ) Στις άδειες εισαγωγής και μεταφοράς από το εξωτερικό των ειδών των ν. 2168/1993 και 456/1976 που προορίζονται για εμπορία, επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής τριάντα (30) ευρώ.
ε) Στις άδειες παραμονής και εργασίας, που χορηγούνται σε αλλοδαπούς και τα δελτία ταυτότητας αυτών, καθώς και στις ανανεώσεις τους, εφόσον δεν προβλέπεται διαφορετικά για λόγους αμοιβαιότητας, επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής ως ακολούθως:
εα) Στις άδειες βραχείας διάρκειας επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής τριάντα (30) ευρώ.
εβ) Στις άδειες ετήσιας διάρκειας επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής εξήντα (60) ευρώ.
εγ) Στις άδειες διάρκειας δύο (2) ετών και άνω επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής ενενήντα (90) ευρώ.
στ) Στην έκδοση δελτίου αστυνομικής ταυτότητας επιβάλλεται Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής δέκα (10) ευρώ. Για τα μέλη πολύτεκνων οικογενειών, το ποσό του πρώτου εδαφίου ορίζεται στο ήμισυ.
ζ) Στην έκδοση διαβατηρίου επιβάλλεται:
ζα) για διαβατήριο ενηλίκων και ανηλίκων άνω των δεκατεσσάρων (14) ετών, δεκαετούς διάρκειας, πάγιο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής είκοσι δύο (22) ευρώ,
ζβ) για διαβατήριο ανηλίκων κάτω των δεκατεσσάρων (14) ετών, τριετούς διάρκειας, πάγιο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής δεκατρία (13) ευρώ,
ζγ) για διαβατήριο διάρκειας δεκατριών (13) μηνών, που χορηγείται κατ' εξαίρεση, σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 1 του π.δ. 25/2022, (Α' 66) και την παρ. 3 του άρθρου 4 του π.δ. 25/2022, πάγιο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής εννέα (9) ευρώ,
ζδ) για διαβατήριο διάρκειας οχτώ (8) μηνών, όταν η λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων είναι προσωρινά αδύνατη, πάγιο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής τεσσάρων ευρώ και πενήντα λεπτών (4,50 ευρώ),
ζε) για διαβατήριο διάρκειας τριών (3) μηνών, σύμφωνα με την περ. β' της παρ. 4 του άρθρου 1 του π.δ. 25/2022, πάγιο Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής τεσσάρων ευρώ και πενήντα λεπτών (4,50 ευρώ).
Δείτε και την Ανακοίνωση της ΠΟΜΙΔΑ για το «Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής» στα επαγγελματικά μισθώματα
- Εμφανίσεις: 0

Ε.2040/06.06.2024 [ΑΔΑ: 61ΗΥ46ΜΠ3Ζ-ΡΟΨ]
Παροχή διευκρινίσεων σχετικά με τη χορήγηση βεβαίωσης οφειλής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 5104/2024 και τα οριζόμενα στην Απόφαση Γ.Γ.Δ.Ε. ΠΟΛ 1275/2013, όπως ισχύει μετά την έκδοση της Απόφασης Διοικητή ΑΑΔΕ Α.1038/2024.
1. Η βεβαίωση οφειλής του άρθρου 12 του ΚΦΔ εκδίδεται ψηφιακά για είσπραξη χρημάτων ή για μεταβίβαση ακινήτου κατόπιν υποβολής της αίτησης του άρθρου 6 της ΚΥΑ Α.1162/2023 για χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας για είσπραξη χρημάτων ή μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επ’ αυτού από επαχθή αιτία με τίμημα από τον οφειλέτη δικαιούχο της πληρωμής ή τον μεταβιβάζοντα το ακίνητο ή το εμπράγματο δικαίωμα.
2. Ο οφειλέτης κατά τη διαδικασία υποβολής της ανωτέρω αίτησης ενημερώνεται για τους λόγους απόρριψης έκδοσης αποδεικτικού ενημερότητας σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις (όπως ύπαρξη συνολικών ληξιπρόθεσμων βασικών οφειλών άνω των τριάντα (30) ευρώ, μη τακτοποιημένων κατά νόμιμο τρόπο) και συναινεί στη διερεύνηση της δυνατότητας έκδοσης της βεβαίωσης οφειλής. Σε περίπτωση που δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις χορήγησης της βεβαίωσης οφειλής ψηφιακά, ενημερώνεται ο αιτών για τον λόγο απόρριψης μέσω της εφαρμογής «Αποδεικτικό ενημερότητας - Οι Αιτήσεις μου» της ψηφιακής πύλης «myAADE».
3. Σε περίπτωση που δεν είναι εφικτό να χορηγηθεί η βεβαίωση οφειλής ψηφιακά, τότε αυτή χορηγείται και υπογράφεται κατ’ εξουσιοδότηση του Διοικητή της ΑΑΔΕ από τον Προϊστάμενο οποιασδήποτε Δ.Ο.Υ. ή Τελωνείου ή Κέντρου Βεβαίωσης και Είσπραξης (ΚΕΒΕΙΣ) ή του Κέντρου Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (ΚΕΜΕΕΠ) ή του Κέντρου Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου (ΚΕΦΟΜΕΠ) ή της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης (ΕΜΕΙΣ), όταν εκδίδεται για είσπραξη χρημάτων ή από τον αρμόδιο Προϊστάμενο για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής υπηρεσίας, όταν εκδίδεται για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επ’ αυτού. Σε περίπτωση αρμοδιότητας περισσότερων της μίας υπηρεσιών ως προς τη χορήγησή της, η βεβαίωση οφειλής υπογράφεται από τον Προϊστάμενο μίας εξ αυτών κατόπιν συνεννόησης με τους υπόλοιπους.
4. Η βεβαίωση οφειλής μπορεί να ζητηθεί και από την υπηρεσία ή τον φορέα που διενεργεί την εκκαθάριση ή την πληρωμή της απαίτησης για την είσπραξη της οποίας απαιτείται η κατάθεση αποδεικτικού ενημερότητας, το οποίο δεν έχει προσκομισθεί από τον ίδιο τον οφειλέτη ή από τον συμβολαιογράφο που συντάσσει το συμβόλαιο της μεταβίβασης ακινήτου ή της σύστασης του εμπράγματου δικαιώματος.
ii. δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις χορήγησης του αποδεικτικού ενημερότητας σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις και ειδικότερα:
α) στην περίπτωση αίτησης χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας για είσπραξη χρημάτων, όταν δεν πληρούται τουλάχιστον μία από τις προϋποθέσεις χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 3 της ΚΥΑ Α.1162/2023.
β) στην περίπτωση αίτησης χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επ’ αυτού από επαχθή αιτία με τίμημα, όταν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις χορήγησης του αποδεικτικού ενημερότητας αποκλειστικά και μόνο λόγω των βεβαιωμένων οφειλών στη Φορολογική Διοίκηση, ήτοι όταν ο οφειλέτης για τον οποίο εκδίδεται η βεβαίωση οφειλής έχει συνολικές ληξιπρόθεσμες βασικές οφειλές άνω των τριάντα (30) ευρώ βεβαιωμένες στη Φορολογική Διοίκηση μη τακτοποιημένες κατά νόμιμο τρόπο (με ρύθμιση τμηματικής καταβολής, ή με αναστολή είσπραξης) ή όταν, κατά την εξέταση των όρων χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας, το ποσό της παρακράτησης, όπως προκύπτει υπολογιζόμενο επί της αντικειμενικής αξίας, υπερβαίνει το τίμημα (βλ. περ. β παρ. 15 Κεφάλαιο Γ, Ενότητα Τρίτη Παραδείγματα 6, 9 εγκυκλίου Ε.2089/2023).
7. Τα έντυπα της βεβαίωσης οφειλής στην περίπτωση μη ψηφιακής έκδοσης αυτής φέρουν ετήσια και ανά εκδούσα υπηρεσία Φορολογικής Διοίκησης αρίθμηση. Στην περίπτωση ψηφιακής έκδοσης αποδεικτικού ενημερότητας ή βεβαίωσης οφειλής, αυτά φέρουν ενιαία και συνεχή αρίθμηση.
8. Στη βεβαίωση οφειλής αναγράφονται, μεταξύ άλλων, υποχρεωτικά:
I. Εάν η βεβαίωση εκδίδεται για μεταβίβαση ακινήτου, η επωνυμία ή το ονοματεπώνυμο του φορέα που θα κατατεθεί, ο/οι ΑΤΑΚ ή τα περιγραφικά στοιχεία του ακινήτου το οποίο θα μεταβιβαστεί ή επί του οποίου θα συσταθεί εμπράγματο δικαίωμα, κατά περίπτωση σύμφωνα με το άρθρο 7 της ΚΥΑ Α.1162/2023, η αντικειμενική αξία του ακινήτου ή του εμπράγματου δικαιώματος, το τίμημα και οι όροι παρακράτησης και απόδοσης.
II. Εάν η βεβαίωση εκδίδεται για είσπραξη χρημάτων, η επωνυμία του φορέα στον οποίο θα κατατεθεί, τα στοιχεία του τίτλου πληρωμής με τον ΜΑΡΚ ή το πλήθος αυτών εάν τα στοιχεία τίτλου πληρωμής με τον ΜΑΡΚ είναι άνω των πέντε (5), ή ελλείψει του ΜΑΡΚ, οποιοδήποτε στοιχείο ταυτοποιεί τη συγκεκριμένη πληρωμή, καθώς και το ποσό της είσπραξης.
III. Ο κατά περίπτωση μοναδικός κωδικός πληρωμής (Ταυτότητα Βεβαίωσης Οφειλής -Τ.Β.Ο.) σύμφωνα με τον οποίο ο υπόχρεος θα αποδώσει το παρακρατούμενο ποσό στους φορείς είσπραξης, υπέρ της Φορολογικής Διοίκησης, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία. Για τις τελωνειακές οφειλές, σε περίπτωση μη δυνατότητας αναγραφής του μοναδικού κωδικού πληρωμής, αναγράφεται ο Κύριος Αριθμός Αναφοράς (M.R.N.) του τελωνειακού παραστατικού (τίτλου) βεβαίωσης της τελωνειακής οφειλής.
IV. Το σύνολο των βεβαιωμένων (ατομικών, συνυποχρέωσης και συνυπευθυνότητας) ληξιπρόθεσμων και μη, ρυθμισμένων και μη στη Φορολογική Διοίκηση οφειλών, για τις οποίες έχει ευθύνη καταβολής σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις ο οφειλέτης (φυσικό ή νομικό πρόσωπο/νομική οντότητα/ομάδα περιουσίας) για τον οποίο εκδίδεται η βεβαίωση οφειλής.
V. Εάν η βεβαίωση οφειλής εκδίδεται για είσπραξη χρημάτων, στο ανωτέρω σύνολο οφειλών συμπεριλαμβάνονται οι συνολικές βεβαιωμένες οφειλές σε αναστολή είσπραξης, ανεξαρτήτως ύψους αυτών, εάν είναι ληξιπρόθεσμες ή μη ή εάν έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής.
VI. Εάν η βεβαίωση οφειλής εκδίδεται για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επ’ αυτού εξ επαχθούς αιτίας, στο ανωτέρω σύνολο οφειλών συμπεριλαμβάνονται οι συνολικές βεβαιωμένες οφειλές οι οποίες τελούν σε αναστολή είσπραξης, ανεξαρτήτως εάν έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής, εφόσον είναι ληξιπρόθεσμες και η βασική ληξιπρόθεσμη οφειλή υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες (50.000) ευρώ. Κατόπιν επιλογής του οφειλέτη συμπεριλαμβάνονται και οι μη ληξιπρόθεσμες οφειλές σε αναστολή είσπραξης ανεξαρτήτως ύψους ή οι ληξιπρόθεσμες οφειλές σε αναστολή είσπραξης με βασική οφειλή μικρότερη των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ.
VII. Κατόπιν επιλογής του οφειλέτη συμπεριλαμβάνονται στο ανωτέρω σύνολο οφειλών, ανεξαρτήτως αιτίας έκδοσης της βεβαίωσης οφειλής, οι μη ληξιπρόθεσμες οφειλές που προκύπτουν από την επιστροφή της ενίσχυσης της επιστρεπτέας προκαταβολής, σύμφωνα με το άρθρο τρίτο της από 30/03/2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α΄ 75), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4684/2020 (A' 86), και τις κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου αυτού Κοινές Αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και Επενδύσεων.
9. Εάν από το ποσό του τιμήματος που αποδίδεται στη Φορολογική Διοίκηση δεν εξοφλούνται πλήρως οι ληξιπρόθεσμες οφειλές σε καθεστώς αναστολής είσπραξης, ανεξαρτήτως εάν αυτές έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής, για τη χορήγηση βεβαίωσης οφειλής για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επ’ αυτού από επαχθή αιτία, απαιτείται έγκριση από τον αρμόδιο Προϊστάμενο για την επιδίωξη της είσπραξης της οφειλής υπηρεσίας.
10. Στην περίπτωση που το τίμημα υπολείπεται της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου ή του δικαιώματος που συστήνεται επ’ αυτού, χωρίς να εξοφλείται το σύνολο των οφειλών που περιλαμβάνονται υποχρεωτικά στη βεβαίωση οφειλής, απαιτείται ως προϋπόθεση για τη χορήγηση της βεβαίωσης οφειλής διασφάλιση της είσπραξης των εναπομενουσών οφειλών που αντιστοιχούν στη διαφορά μεταξύ της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου ή του δικαιώματος που συ-
στήνεται επ’ αυτού και του τιμήματος.
11. Η βεβαίωση οφειλής καταχωρείται σε ειδικό βιβλίο, προκειμένου να ελέγχεται η απόδοση των ποσών. Σε περίπτωση που η βεβαίωση οφειλής χορηγείται ψηφιακά, το ειδικό βιβλίο του προηγούμενου εδαφίου παρακολουθείται από την υπηρεσία που αρμοδίως επιδιώκει την είσπραξη της οφειλής για την αντίστοιχη αρμόδια υπηρεσία φορολογίας εισοδήματος του φορολογούμενου για τον οποίο εκδόθηκε η βεβαίωση οφειλής.
12. Εάν τυγχάνει εφαρμογής τουλάχιστον μία από τις προϋποθέσεις του άρθρου 11 της ΠΟΛ 1274/2013, δεν εκδίδεται αποδεικτικό ενημερότητας ή βεβαίωση οφειλής ψηφιακά αλλά ο αιτών απευθύνεται στην αρμόδια Υπηρεσία προκειμένου η τελευταία να εξετάσει την τυχόν εφαρμογή της παρ. 6 του άρθρου 12 του ΚΦΔ και κατά περίπτωση να κρίνει εάν θα χορηγήσει αποδεικτικό ενημερότητας ή βεβαίωση οφειλής ή εάν θα αιτηθεί στοιχειοθετημένα συναίνεση για μη χορήγηση αυτού από το αρμόδιο όργανο. Σχετικές οι παρ. 29 - 33 της εγκυκλίου οδηγίας Ε.2089/2023 αναφορικά με τη βεβαίωση οφειλής και το άρθρο 11 της απόφασης ΠΟΛ.1274/2013, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με την Απόφαση Διοικητή ΑΑΔΕ Α.1163/2023.
13. Σε κάθε περίπτωση οι φορείς στους οποίους προσκομίζεται η βεβαίωση οφειλής υποχρεούνται να ελέγξουν την εγκυρότητα αυτής.
- Εμφανίσεις: 0

ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 16/21.5.2024
της ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ
[Αρ. Πρωτ. 384]
Θέμα: ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΑΙΤΗΣΗ ΠΡΟΣΑΡΤΗΣΗΣ ΤΟΥ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΠΛΗΡΟΤΗΤΑΣ
Με την παρούσα Εγκύκλιο ομαδοποιούνται και κωδικοποιούνται τα ειδικά ζητήματα που προέκυψαν από την εφαρμογή της Ηλεκτρονικής Ταυτότητας Ακινήτου / Διηρημένης Ιδιοκτησίας και παρέχονται σχετικές οδηγίες.
Μεταξύ άλλων:
- Πράξεις κατάργησης εμπραγμάτων δικαιωμάτων όπως, ενδεικτικά, είναι η παραίτηση από το δικαίωμα της επικαρπίας, η κατάργηση σύστασης οριζοντίων / καθέτων ιδιοκτησιών, η παραίτηση από το δικαίωμα της κυριότητας υπέρ του Δημοσίου/ΟΤΑ: Δεν απαιτείται προσάρτηση Πιστοποιητικού Πληρότητας
- Σύσταση οριζοντίων / καθέτων ιδιοκτησιών: Απαιτείται η προσάρτηση Πιστοποιητικού Πληρότητας για το οικόπεδο με το κτίριο (εφόσον υπάρχει)
- Τροποποίηση Σύστασης οριζοντίων / καθέτων ιδιοκτησιών: πρέπει να εξετάζεται κατά περίπτωση αν αφορά σε στοιχεία εμπράγματου δικαιώματος (λ.χ. η τροποποίηση του ποσοστού αναγκαστικής συγκυριότητας στα κοινά πράγματα), οπότε απαιτείται η προσάρτηση του Πιστοποιητικού Πληρότητας. Δεν απαιτείται η προσάρτηση του Πιστοποιητικού Πληρότητας όταν τροποποιείται η σύσταση οριζοντίου / καθέτου ιδιοκτησίας ως προς τις περιγραφές και όρια αυτών.
- Πλήρωση διαλυτικής αίρεσης: δεν συνιστούν μεταβίβαση, επομένως δεν απαιτείται η προσάρτηση του Πιστοποιητικού Πληρότητας.
- Αναβλητική αίρεση: Απαιτείται η προσάρτηση του του Πιστοποιητικού Πληρότητας στην συμβολαιογραφική πράξη μεταβίβασης ακινήτου υπό αναβλητική αίρεση, καθώς με αυτή την πράξη συνάπτεται η ενοχική και εκποιητική σύμβαση της μεταβίβασης, με την επέλευση των αποτελεσμάτων της τελευταίας να αναβάλλονται έως το χρονικό σημείο που θα συμβεί και εφόσον συμβεί το μελλοντικό γεγονός από το οποίο εξαρτήθηκε η επέλευση των αποτελεσμάτων της αίρεσης.
- Αναβλητική αίρεση: Στην συμβολαιογραφική πράξη, με την οποία αποδεικνύεται / διαπιστώνεται η επέλευση του γεγονότος και η πλήρωση της αίρεσης δεν απαιτείται η προσάρτηση του Πιστοποιητικού Πληρότητας καθώς με αυτή δεν επέρχεται εμπράγματη μεταβολή δεδομένου ότι η ολοκλήρωση της εκποιητικής σύμβασης της μεταβίβασης επέρχεται αυτοδικαίως (ipso jure) και ανεξάρτητα από τη θέληση, την σύμπραξη ή την γνώση των μερών.
- Σύσταση οριζοντίων / καθέτων ιδιοκτησιών και μεταβίβαση στην ίδια συμβολαιογραφική πράξη / σε περισσότερες διαδοχικές συμβολαιογραφικές πράξεις την ίδια μέρα: εκδίδεται ένα Πιστοποιητικό Πληρότητας Κτιρίου που αφορά στο οικόπεδο με το κτίριο (εφόσον υπάρχει).
-
Εφαρμογή παρ. 9Α άρθρ. 98 Ν. 4495/2017 όπως ισχύει: Για την εφαρμογή της παρ. 9Α του άρθρ. 98 Ν. 4495/2017 όπως ισχύει απαιτείται: (α) αυθαίρετη επέκταση ή απομείωση αυτοτελούς οριζοντίου ιδιοκτησίας εις βάρος ή υπέρ όμορης οριζοντίου ιδιοκτησίας του αυτού ή άλλου ιδιοκτήτη, (β) η αυθαίρετη επέκταση ή απομείωση της αυτοτελούς οριζοντίου ιδιοκτησίας υφίσταται από την ανέγερση - κατασκευή της οικοδομής, (γ) υπαγωγή των αυθαιρεσιών όλων των εμπλεκομένων οριζοντίων ιδιοκτησιών στο νόμο. Οι ιδιοκτήτες των οριζοντίων ιδιοκτησιών που επηρεάζονται από τη διαφοροποίηση αυτή, έχουν δικαίωμα να προβούν από κοινού σε συμβολαιογραφική πράξη μονομερούς τροποποιήσεως της πράξεως συστάσεως οριζοντίου ιδιοκτησίας, προκειμένου να ενσωματώσουν ή κατανείμουν, αμοιβαίως, τον υπαγόμενο στις διατάξεις του παρόντος χώρο, στις οριζόντιες ιδιοκτησίες τους ή να τον εξαιρέσουν από αυτήν, χωρίς να θίγονται υφιστάμενα συνολικά ποσοστά συνιδιοκτησίας επί του οικοπέδου και κατανομής κοινοχρήστων δαπανών των αμοιβαίως θιγομένων οριζοντίων ιδιοκτησιών. Στην περίπτωση αυτή, η σύμφωνη γνώμη των υπολοίπων συνιδιοκτητών τεκμαίρεται. Συνεπώς, για την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων του άρθρ. 98 παρ.9Α Ν. 4495/2017 απαιτείται η υπαγωγή στο νόμο περί αυθαιρέτων όλων (και όχι μόνων ορισμένων) των εμπλεκομένων οριζοντίων ιδιοκτησιών και η αντίστοιχη τροποποίηση της σύστασης από τους ιδιοκτήτες όλων των εμπλεκομένων οριζοντίων ιδιοκτησιών. Δεν εμπίπτουν στην απαγόρευση του άρθρ. 82 παρ.1 α) Ν.4495/2017: Σύμφωνα με την παρ.1 περ. α) του άρθρ. 82 Ν. 4495/2017, «απαγορεύεται και είναι απολύτως άκυρη η μεταβίβαση ή η σύσταση εμπράγματου δικαιώματος σε ακίνητο στο οποίο έχει εκτελεστεί αυθαίρετη κατασκευή κατά την παράγραφο 1α του άρθρου 81, ή έχει εγκατασταθεί αυθαίρετη αλλαγή χρήσης κατά την παράγραφο 1β του άρθρου 81, ή έχει εκτελεστεί πολεοδομική παράβαση των περιπτώσεων β΄, γ΄, δ΄ της παραγράφου 3 του άρθρου 81. Στην ανωτέρω απαγόρευση εμπίπτουν και τα ακίνητα τα οποία εισφέρονται σε εταιρεία». Η ανωτέρω απαγόρευση αφορά μόνον στις εμπράγματες δικαιοπραξίες που αποσκοπούν στη σύσταση ή μεταβίβαση εμπραγμάτου δικαιώματος. Η συγκεκριμένη απαγόρευση δεν αφορά, επομένως, στις περιπτώσεις κατάργησης εμπραγμάτου δικαιώματος.
Δεν εμπίπτουν στην απαγόρευση του αρ.82 παρ.1 α) Ν.4495/2017 και δεν απαιτείται Πιστοποιητικό Πληρότητας Κτιρίου / Διηρημένης Ιδιοκτησίας για τις κάτωθι πράξεις:
- η περίληψη κατακυρωτικής έκθεσης
- η πράξη αποδοχής κληρονομίας
- η πράξη αλλαγής της επωνυμίας του Νομικού Προσώπου
- η πράξη αλλαγής της νομικής μορφής του Νομικού Προσώπου
- οι λοιπές πράξεις εταιρικών μετασχηματισμών που θεωρούνται εκ του νόμου καθολική διαδοχή
- η συμβολαιογραφική πράξη συναίνεσης του δανειστή για την εξάλειψη της υποθήκης
- η σύσταση υποθήκης εκ του νόμου ή με δικαστική απόφαση
- η εγγραφή προσημείωσης, η εξάλειψη υποθήκης ή προσημείωσης με δικαστική απόφαση
- η συμβολαιογραφική πράξη άρσης διαλυτικής αίρεσης, καθώς με τη πράξη αυτή δεν μεταβιβάζεται ούτε συστήνεται εμπράγματο δικαίωμα
- η συμβολαιογραφική πράξη της πλήρωσης της διαλυτικής αίρεσης, η οποία δεν συνιστά μεταβίβαση αλλά διαπίστωση της πλήρωσης της διαλυτικής αίρεσης και της επέλευσης των εκ του νόμου συνεπειών
η μονομερής δήλωση πρόβλεψης θέσεων στάθμευσης του ν.1221/1981, διότι δεν αποτελεί δικαιοπραξία αλλά εκ του νόμου υποχρέωση για την έκδοση οικοδομικής άδειας. Επιπλέον με την συγκεκριμένη δήλωση δεν μεταβιβάζεται ούτε συστήνεται εμπράγματο δικαίωμα. - η μονομερής πρόταση μεταβίβασης εμπραγμάτου δικαιώματος διότι δεν συνιστά εμπράγματη δικαιοπραξία. Αντίθετα, η αποδοχή της πρότασης μεταβίβασης εμπραγμάτου δικαιώματος εμπίπτει στην ανωτέρω απαγόρευση διότι με τη πράξη αυτή ολοκληρώνεται η σύμβαση της μεταβίβασης ως εμπράγματη δικαιοπραξία με την επέλευση του εμπράγματου αποτελέσματος η συμβολαιογραφική πράξη τροποποίησης σύστασης οριζοντίων / καθέτων ιδιοκτησιών, εφόσον δεν αφορά σε στοιχεία εμπράγματου δικαιώματος (επί παραδείγματι αυτό συμβαίνει όταν με την εν λόγω πράξη προσδιορίζονται ποσοστά συγκυριότητας στα κοινά πράγματα)
- η πράξη σύστασης ή τροποποίησης σύστασης, με την οποία ορίζεται ή τροποποιείται η αποκλειστική χρήση κοινοκτήτων και κοινοχρήστων χώρων δεν εμπίπτει στην απαγόρευση του άρ.82 παρ.1 α) διότι η αποκλειστική χρήση δεν αποτελεί εμπράγματο δικαίωμα και δεν απαιτείται για τις πράξεις αυτές Πιστοποιητικό Πληρότητας
- η συμβολαιογραφική πράξη κατάργησης σύστασης οριζοντίων / καθέτων ιδιοκτησιών (βλ. σχετ. Εγκύκλιο)
- η συμβολαιογραφική πράξη Κανονισμού διηρημένης ιδιοκτησίας (άρθρα 4, 5, 9, 13 Ν.3741/1929), διότι με αυτή ρυθμίζονται κανονιστικού περιεχομένου ζητήματα των σχέσεων μεταξύ των συνιδιοκτητών που αφορούν στην οργάνωση και λειτουργία των διηρημένων ιδιοκτησιών καθώς και την διοίκηση και διαχείριση των κοινών μερών ή των αυτοτελών ιδιοκτησιών και δεν συστήνεται ούτε μεταβιβάζεται εμπράγματο δικαίωμα
- η συμβολαιογραφική πράξη παραίτησης από το δικαίωμα κυριότητας επί ακινήτου υπέρ του Δήμου ή του Ελληνικού Δημοσίου και από το δικαίωμα περί αποζημίωσης με σκοπό αυτό να καταστεί κοινόχρηστο, διότι με την πράξη αυτή δεν συστήνεται ούτε μεταβιβάζεται αλλά καταργείται εμπράγματο δικαίωμα.
- Εμφανίσεις: 0

ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘΜ. 5104/2024
[ΦΕΚ Α/58/19.04.2024 με επανεκτύπωση λόγω σφάλματος την 01/05/2024)
Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας και άλλες διατάξεις.
Άρθρο 60.
Υποχρεώσεις τρίτων για τον Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτησίας Ακινήτων
1. Απαγορεύεται κάθε υποσχετική ή εκποιητική δικαιοπραξία με την οποία συστήνονται, μεταβάλλονται, αλλοιώνονται ή μεταβιβάζονται, από οποιαδήποτε αιτία, δικαιώματα επί ακινήτου ή παρέχεται δικαίωμα προσημείωσης ή υποθήκης σε αυτό, αν δεν μνημονεύεται και δεν επισυνάπτεται από τον συμβολαιογράφο, στο συμβόλαιο που συντάσσει, πιστοποιητικό της Φορολογικής Διοίκησης (Πιστοποιητικό Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων - ΕΝ.Φ.Ι.Α.) ως εξής:
α) Σε περίπτωση εκποιητικής δικαιοπραξίας για τη μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επ’ αυτού από επαχθή αιτία, με το Πιστοποιητικό ΕΝ.Φ.Ι.Α. βεβαιώνεται μόνο ότι το συγκεκριμένο ακίνητο περιλαμβάνεται στη δήλωση ΕΝ.Φ.Ι.Α. τα πέντε (5) προηγούμενα της μεταβίβασης έτη. Εάν το πιστοποιητικό εκδίδεται μετά την πράξη προσδιορισμού ΕΝ.Φ.Ι.Α. του τρέχοντος έτους, σε αυτό βεβαιώνεται ότι το συγκεκριμένο ακίνητο περιλαμβάνεται στη δήλωση ΕΝ.Φ.Ι.Α. για έξι (6) έτη, συμπεριλαμβανομένου και του έτους μεταβίβασης.
β) Στις υπόλοιπες δικαιοπραξίες της παρούσας παραγράφου, με το πιστοποιητικό ΕΝ.Φ.Ι.Α. βεβαιώνεται ότι το συγκεκριμένο ακίνητο περιλαμβάνεται στη δήλωση ΕΝ.Φ.Ι.Α., καθώς και ότι ο φορολογούμενος έχει καταβάλλει ή νόμιμα απαλλαγεί από τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του ΕΝ.Φ.Ι.Α. για το συγκεκριμένο ακίνητο, περιλαμβανομένων των ληξιπρόθεσμων δόσεων ΕΝ.Φ.Ι.Α. του τρέχοντος έτους κατά τον χρόνο έκδοσης του πιστοποιητικού και έχει καταβάλλει τις ληξιπρόθεσμες δόσεις, έχει ρυθμίσει ή έχει νόμιμα απαλλαγεί από τον ΕΝ.Φ.Ι.Α. για τα υπόλοιπα ακίνητα, για τα οποία είναι υπόχρεος για τα πέντε (5) προηγούμενα της μεταβίβασης έτη και, αν εκδίδεται πιστοποιητικό μετά την πράξη προσδιορισμού ΕΝ.Φ.Ι.Α. του τρέχοντος έτους, για τα έξι (6) τελευταία έτη, ήτοι, συμπεριλαμβανομένου και του έτους μεταβίβασης. Τα παραπάνω ισχύουν και για τη σύνταξη περίληψης κατακυρωτικής έκθεσης επί εκούσιου πλειστηριασμού. Στην περίπτωση αυτή το πιστοποιητικό προσκομίζεται μόνο από τον επισπεύδοντα τον εκούσιο πλειστηριασμό. Το Πιστοποιητικό ΕΝ.Φ.Ι.Α. που αφορά ακίνητο πτωχού, ακίνητο το οποίο ανήκει σε υπό εκκαθάριση νομικό πρόσωπο ή κληρονομιαίο ακίνητο για το οποίο έχει οριστεί εκτελεστής διαθήκης ή εκκαθαριστής κληρονομιάς, χορηγείται, αντίστοιχα, στον, κατά τον χρόνο χορήγησης αυτού, σύνδικο της πτώχευσης, στον εκκαθαριστή του νομικού προσώπου, στον εκτελεστή διαθήκης ή στον εκκαθαριστή κληρονομίας.
Κατά τη σύνταξη συμβολαιογραφικής πράξης αποδοχής κληρονομιάς μνημονεύεται και επισυνάπτεται από τον συμβολαιογράφο το Πιστοποιητικό ΕΝ.Φ.Ι.Α.. Για τα έτη, κατά τα οποία υπόχρεος ήταν ο κληρονομούμενος, το πιστοποιητικό χορηγείται, εφόσον έχει καταβληθεί ο φόρος που αναλογεί στο ποσοστό και στο δικαίωμα επί του ακινήτου που κληρονομείται ή εφόσον ο κληρονομούμενος έχει νόμιμα απαλλαγεί από τον φόρο για αυτό. Δεν απαιτείται η μνημόνευση, επισύναψη ή προσκόμιση του Πιστοποιητικού ΕΝ.Φ.Ι.Α. στη μονομερή εξάλειψη υποθήκης ή στην άρση κατάσχεσης ή στην παραχώρηση υποθήκης ή προσημείωσης για εξασφάλιση δικαιωμάτων του ελληνικού δημοσίου. Σε κάθε περίπτωση θεωρείται έγκυρη η μνημόνευση, επισύναψη ή προσκόμιση του πιστοποιητικού ΕΝ.Φ.Ι.Α., στο οποίο το κτίσμα αποτυπώνεται με απόκλιση της επιφάνειάς του μέχρι πέντε (5) τετραγωνικά μέτρα και το γήπεδο ή το οικόπεδο αποτυπώνονται με απόκλιση μέχρι δύο τοις εκατό (2%) της επιφάνειάς τους ή παραλείπονται ή αναγράφονται εσφαλμένα στοιχεία που δεν επηρεάζουν τη φορολογική ταυτότητα του ακινήτου και δεν συνεπάγονται την επιβολή μειωμένου φόρου.
2. Οι φύλακες μεταγραφών και οι προϊστάμενοι των κτηματολογικών γραφείων υποχρεούνται να αρνηθούν τη μεταγραφή ή την καταχώριση στα κτηματολογικά βιβλία συμβολαιογραφικού εγγράφου, με το οποίο συστήνονται, μεταβάλλονται, αλλοιώνονται ή μεταβιβάζονται από οποιαδήποτε αιτία δικαιώματα επί ακινήτου ή παρέχεται δικαίωμα προσημείωσης ή υποθήκης σε αυτό, αν δεν μνημονεύεται και δεν επισυνάπτεται το πιστοποιητικό ΕΝ.Φ.Ι.Α.. Το πρώτο εδάφιο ισχύει και για τη μεταγραφή ή καταχώριση της κατακυρωτικής έκθεσης επί εκούσιου πλειστηριασμού, καθώς και για τη μεταγραφή ή καταχώριση της αποδοχής κληρονομιάς.
3. Επιτρέπεται η σύνταξη συμβολαιογραφικού εγγράφου και πριν από την εξόφληση του οφειλόμενου φόρου της παρ. 1, με την προϋπόθεση ότι επί των οικείων πιστοποιητικών αναγράφεται το συνολικά οφειλόμενο ποσό φόρων και τόκων για το συγκεκριμένο ακίνητο, το οποίο υποχρεούται να αποδώσει, επί ποινή ακυρότητας του συμβολαίου, ο συμβολαιογράφος μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριών (3) εργασίμων ημερών από τη σύνταξή του. Ειδικά στις συμβολαιογραφικές πράξεις εγγραφής υποθήκης για διασφάλιση χορηγούμενου δανείου από πιστωτικό ίδρυμα, το Πιστοποιητικό ΕΝ.Φ.Ι.Α. χορηγείται με παρακράτηση και απόδοση του ποσού που καλύπτει τουλάχιστον το οφειλόμενο ποσό φόρων και τόκων για το συγκεκριμένο ακίνητο δίχως να απαιτείται να έχουν καταβληθεί οι ληξιπρόθεσμες δόσεις, να έχουν ρυθμιστεί ή να έχει προηγηθεί νόμιμη απαλλαγή από τον ΕΝ.Φ.Ι.Α. για τα υπόλοιπα ακίνητα. Για την εφαρμογή της παρούσας, το καταβληθησόμενο ποσό δεν μπορεί να υπολείπεται του οφειλόμενου ποσού.
Ο συμβολαιογράφος υποχρεούται, επί ποινή ακυρότητας του συμβολαίου, να αποδώσει τον αναλογούντα φόρο μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριών (3) εργασίμων ημερών από τη σύνταξη του συμβολαιογραφικού εγγράφου και πάντως μέσα σε τρεις (3) ημέρες από την εκταμίευση του δανείου. Κατά τη μεταγραφή ή την καταχώριση του συμβολαιογραφικού εγγράφου στα κτηματολογικά γραφεία οι φύλακες μεταγραφών και οι προϊστάμενοι των κτηματολογικών γραφείων υποχρεούνται να αρνηθούν τη μεταγραφή ή την καταχώριση, αν δεν προσκομισθεί κυρωμένο αντίγραφο του αποδεικτικού εξόφλησης του οφειλόμενου ποσού.
4. Είναι απαράδεκτη η συζήτηση ενώπιον δικαστηρίου εμπράγματης αγωγής επί ακινήτου, πλην της μονομερούς εγγραφής υποθήκης ή προσημείωσης υποθήκης ή της άρσης κατάσχεσης, αν δεν προσκομισθεί από τον υπόχρεο σε ΕΝ.Φ.Ι.Α. πιστοποιητικό ότι το ίδιο ακίνητο περιλαμβάνεται στη δήλωση ΕΝ.Φ.Ι.Α. για τα πέντε (5) προηγούμενα έτη. Εάν το πιστοποιητικό εκδίδεται μετά την πράξη προσδιορισμού ΕΝ.Φ.Ι.Α. του τρέχοντος έτους, σε αυτό βεβαιώνεται ότι το συγκεκριμένο ακίνητο περιλαμβάνεται στη δήλωση ΕΝ.Φ.Ι.Α. για έξι (6) έτη.
5. Οι συμβολαιογράφοι, οι φύλακες μεταγραφών και οι προϊστάμενοι των κτηματολογικών γραφείων, που παραβαίνουν τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στο παρόν άρθρο, υπόκεινται σε πρόστιμο ανά συμβολαιογραφική πράξη, ανεξάρτητα από τον αριθμό των συμβαλλομένων, των ακινήτων ή των δικαιωμάτων επ’ αυτών, το οποίο ορίζεται σε δύο τοις εκατό (2%) επί της διαφοράς της αξίας των ακινήτων ή δικαιωμάτων, για τα οποία επισυνάπτεται ανακριβές πιστοποιητικό, το οποίο πρόστιμο δεν μπορεί να είναι κατώτερο από εκατό (100) και ανώτερο από χίλια (1.000) ευρώ. Σε περίπτωση που από τη χρήση ανακριβούς πιστοποιητικού δεν προκύπτει απώλεια φόρου, δεν επιβάλλεται πρόστιμο. Ανακριβές είναι το πιστοποιητικό, στο οποίο δεν απεικονίζεται ορθά η φορολογική ταυτότητα του ακινήτου ή του δικαιώματος επί ακινήτου. Ως φορολογική ταυτότητα του ακινήτου νοείται το σύνολο των πληροφοριών που περιλαμβάνονται στη δήλωση στοιχείων ακινήτων (Ε9) και επιδρούν στον ορθό υπολογισμό του φόρου. Εάν δεν επισυνάπτεται πιστοποιητικό, το πρόστιμο ορίζεται σε ένα τοις χιλίοις (1‰) επί της αξίας των ακινήτων ή δικαιωμάτων για τα οποία δεν επισυνάπτεται πιστοποιητικό ανά συμβολαιογραφική πράξη και δεν μπορεί να είναι κατώτερο από εκατό (100) και ανώτερο από χίλια (1.000) ευρώ. Εφόσον διαπιστωθεί από μεταγενέστερο έλεγχο, που διενεργείται εντός δεκαετίας από τον προηγούμενο έλεγχο, ότι συμβολαιογράφος, φύλακας μεταγραφών ή προϊστάμενος κτηματολογικού γραφείου προέβη στην ίδια παράβαση για το ίδιο ακίνητο, το αναλογούν κατά τα οριζόμενα στην παρούσα πρόστιμο διπλασιάζεται.
- Εμφανίσεις: 0

ΝΕΟΣ ΤΥΠΟΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΟΥ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΕΝ.Φ.Ι.Α. ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 54Α΄ ΤΟΥ Ν. 4987/2022
- Εμφανίσεις: 0

ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΠΡΟΛΗΠΤΙΚΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΠΥΡΟΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΟΙΚΟΠΕΔΙΚΩΝ ΚΑΙ ΛΟΙΠΩΝ ΑΚΑΛΥΠΤΩΝ ΧΩΡΩΝ
- Εμφανίσεις: 0


ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΠΥΡΟΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ ΕΝΤΟΣ Η ΠΛΗΣΙΟΝ ΔΑΣΙΚΩΝ ΕΚΤΑΣΕΩΝ
- Εμφανίσεις: 0
